Τρίτη 26 Σεπτεμβρίου 2017

26 Σεπτεμβρίου 1912: Ο Λιουντζιώτης Οπλαρχηγός Ιωάννης Πουτέτσης πέφτει ηρωικά στην Τσούκα


Από τις σημαντικότερες προσωπικό­τητες του αντάρτικου αγώνα στην Ήπει­ρο πριν την έναρξη των Βαλκανικών Πολέμων ήταν ο Ιωάννης Πουτέτσης, από την επαρχία της Λιούντζης του Αργυροκάστρου. Ο Πουτέ­τσης, ο οποίος γεννήθηκε το 1878, με τη συμμετοχή του σε ένοπλες επιχειρήσεις στα ηπειρωτικά βουνά, από το 1906, σταδιακά αναδείχθηκε στις τάξεις του Ηπειρωτικού Κομιτάτου, φέροντας το ψευδώνυμο Καπετάν Βοργιάς

Στη πλούσια δράση του, η οποία τον ανέδειξε ως έναν από τους ικανότερους οπλαρχηγούς της Α' Διευθύνσεως (Ιωαννίνων) της Ηπειρωτικής Εταιρείας, συγκαταλέγεται η εξόντωση της ρουμανοκίνητης ομάδας των Σκουμπραίων Μποτάσηδων το φθινόπωρο του 1906 στο χάνι της Ντουραχάνης.

Στις αρχές Οκτωβρίου του 1908, αφού διέ­φυγε τη σύλληψη ύστερα από τουρκική ενέδρα, ονομάσθηκε οπλαρχηγός στο χωριό Δραγουμή. Χρησιμοποιώντας ως ορμητήριο το μοναστήρι της Αγίας Πα­ρασκευής στα Πράμαντα, διεξήγαγε αρ­κετές μάχες τόσο με τα τουρκικά στρα­τεύματα όσο και με αντίστοιχες αλβανι­κές και ρουμανικές ομάδες ατάκτων.


Δεν έλειψαν και απρόοπτες εξελί­ξεις, όπως όταν οι οθωμανικές αρχές κατέσχεσαν, τον Οκτώβριο του 1908, ύ­στερα από έφοδο στο κρησφύγετο του Πουτέτση, σαράντα πρωτόκολλα ορκωμοσίας μυημένων στελεχών. Η θέση του Πουτέ­τση κατέστη ιδιαίτερα επισφαλής, όμως, αφού κατάφερε να γλιτώσει από το κυνηγητό που είχαν εξαπολύσει ενα­ντίον του οι αρχές, ειδοποίησε εγκαίρως τους 40 συμπατριώτες του, ώστε να διαφύγουν τη σύλληψη. Το συγκεκριμέ­νο περιστατικό, παρόλο που δεν είχε τραγική κατάληξη, προκάλεσε ανησυχία στα οργανωτικά στελέχη του Κομιτάτου και υπήρξε η αφορμή για τη δημιουργία ενός περισσότερο συμπαγούς δικτύου πληροφοριών. Ο Πουτέτσης δρώντας στην ύπαιθρο με το απόσπασμά του, κα­τάφερε σε πολλές περιπτώσεις να προστατεύει τους ντόπιους πληθυσμούς από τις αλβανικές και ρουμανικές ένο­πλες ομάδες, καθώς και από τις αυθαιρεσίες των οργάνων των οθωμανικών αρχών. Ταυτόχρονα, κατά την ένοπλη δράση του, συχνά απευθυνόταν στους χωρικούς και μιλούσε για τη χριστιανική πίστη, γι' αυτό και έλαβε τα προσωνύμια «Παπαγιάννης» και «Άγιος Κοσμάς»,
Φυσικά συνεργάστηκε στενά και με τις εκκλησιαστικές αρχές, όπως με τον Μητροπολίτη Παραμυθιάς Νεόφυτο, αλλά και με τα ανταρτικά σώματα που δρού­σαν στην περιοχή του ποιμνίου του.

ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ ΣΤΙΣ ΠΑΡΑΜΟΝΕΣ ΤΩΝ ΒΑΛΚΑΝΙΚΩΝ ΠΟΛΕΜΩΝ
Η ικανοποίηση ενός ακόμη, κύματος αλβανικών αιτημάτων από την Πύλη, τον Ιούλιο του 1912, προκάλεσε σύσσωμη την αντίδραση των Ηπειρωτών, που εκ­φράστηκε με μαζικές τηλεγραφικές δια­μαρτυρίες προς την Κωνσταντινούπολη, στις οποίες τόνιζαν την ελληνικότητα της περιοχής καθώς και την αντίθεσή τους στις σχετικές απόπειρες βίαιου εξαλβανισμού της Ηπείρου, ενώ ζήτησαν από την Πύλη και την προστασία του Οθωμανικού Στρατού από τις επιθέσεις αλβανικών συμμοριών, που ήταν ιδιαίτε­ρα έντονες στην περιοχή του Αργυροκά­στρου. Τελικά αυτού του είδους η κινη­τοποίηση υπήρξε μάταιη και οι τουρκι­κές αρχές προχώρησαν στον διορισμό Αλβανών αξιωματούχων στην Ήπειρο. Επιπρόσθετα, Αλβανοί κακοποιοί και φυγόδικοι στρατολογήθηκαν ως χωροφύλακες, με αποτέλεσμα να πολλαπλασια­στούν οι ληστρικές επιδρομές.
Σε απάντηση αυτής της προκλητικής οθωμανικής πολιτικής δεν άργησε να ε­νταθεί η ένοπλη δραστηριότητα του Ηπειρωτικού Κομιτάτου. Από τον Ιούνιο του 1912 είχαν εισέλθει στην Ήπειρο τρία ανταρτικά σώματα, υπό τους Καραγεώργο, Περιστέρη και Επαμεινώνδα Παπανίκο. Στο τελευταίο εντάχθηκαν πολλά μέλη του Κομιτάτου από την περιοχή του Μετσόβου. Δεν έλειψαν και οι πρω­τοβουλίες Ελλήνων πατριωτών που προ­έβησαν σε ενέργειες που δεν είχαν την έγκριση της ηγεσίας της οργάνωσης. Έτσι, στις 27 Ιουλίου, δολοφονήθηκε ο πρόεδρος της αλβανικής λέσχης που εί­χε ιδρυθεί στα Ιωάννινα, ενέργεια όμως που εξέθεσε την ελληνική πλευρά ενώ­πιον των τουρκικών αρχών και έδωσε το έναυσμα για μαζικές φυλακίσεις. Η δολο­φονία πιθανότατα διαπράχθηκε από τον Γρηγόριο Φαρμάκη, από την περιοχή του Αργυροκάστρου, ανιψιό του οπλαρχη­γού Πουτέτση. χωρίς όμως να έχει προη­γηθεί σχετική εντολή από το Κομιτάτο ή το προξενείο.
Την πλέον δυναμική δράση επέδειξε και πάλι το απόσπασμα Πουτέτση, το ο­ποίο πέρασε τα σύνορα στις αρχές Αυ­γούστου και κατευθύνθηκε αρχικά προς τη Θεσπρωτία. Σκοπός του αποσπάσμα­τος ήταν να καταλήξει στις περιοχές Αργυροκάστρου και Δέλβινου, ώστε να προστατεύσει τους ελληνικούς πληθυ­σμούς από τις ακρότητες αλβανικών ο­μάδων. Τις επόμενες εβδομάδες δόθη­καν σκληρές μάχες, όχι μόνο με άτακτα τμήματα μουσουλμάνων Αλβανών αλλά και με τις τουρκικές διωκτικές αρχές. Ο Πουτέτσης κατόπιν διαταγής από το Ηπειρωτικό Κομιτάτο αναχώρησε από Αραχωβίτσα, πέρασε τον Καλαμά, την ε­παρχία Πωγωνίου και έφτασε στις 13 Σε­πτεμβρίου στην Κρανιά του Δέλβινου. Εκεί έλαβε χώρα συμπλοκή με τμήματα αλβανικών συμμοριών, που αποκρού­σθηκαν με επιτυχία και τράπηκαν σε φυγή. Ενώ όμως το κυνηγητό κατά του Πουτέτση γινόταν όλο και πιο έντονο, στις 26 Σεπτεμβρίου βρέθηκε περικυ­κλωμένος, στο χωριό Τσούκα του Δέλβινου από τουρκικό απόσπασμα επικου­ρούμενο από Αλβανούς ατάκτους. Στην άνιση σύγκρουση που ακολούθησε, βρή­κε μαζί και με άλλους συμπολεμιστές του τον θάνατο. 
Η απώλεια του Πουτέτση, ενός από τους ικανότερους οπλαρ­χηγούς της Α’ Διεύθυνσης, είχε πολύ σο­βαρό αντίκτυπο, τον καιρό μάλιστα που το Ηπειρωτικό Κομιτάτο επεδίωκε την  ε­νίσχυση της ένοπλης δραστηριότητας για την αντιμετώπιση των τουρκικών και αλβανικών τμημάτων που δρούσαν στην Ήπειρο και μάλιστα λίγες μόνο ημέρες πριν ξεσπάσει ο Α’ Βαλκανικός Πόλεμος.

Πηγές: amyntika.gr, Βικιπαίδεια

Πέμπτη 21 Σεπτεμβρίου 2017

Οι "αλβανικές περιοχές στην Ελλάδα" θα διδάσκονται στην Αλβανία και την σχολική χρονιά 2017 - ΄18



Εδώ και μία εβδομάδα άρχισε η σχολική χρονιά 2017 - 2018. 
Κατά την έναρξη και αυτής της χρονιάς διαπιστώσαμε ότι τα σχολικά βιβλία Γεωγραφίας που διδάσκονται οι μαθητές της 9ης και της 12ης τάξης στην Αλβανία - μεταξύ τους και οι μαθητές των ελληνικών μειονοτικών σχολείων - συνεχίζουν να περιλαμβάνουν το κεφάλαιο "αλβανικές περιοχές στην Ελλάδα". 

Ως "αλβανικές περιοχές στην Ελλάδα" αναφέρονται η δυτική Μακεδονία καθώς και ολόκληρη η Ήπειρος ως "Τσαμουριά".

Παρά τις αλλεπάλληλες διακρατικές συμφωνίες την τελευταία δεκαετία μεταξύ των Υπουργείων Ελλάδας και Αλβανίας για αφαίρεση από τα σχολικά εγχειρίδια και των δύο χωρών κάθε στοιχείου που θα μπορούσε να του αποδοθεί χαρακτήρας επεκτατικός από τη μία χώρα εις βάρος της άλλης, η αλβανική πλευρά δεν προχώρησε σε καμία αλλαγή όπως δείχνει η πραγματικότητα.
Αντίθετα το Ελληνικό Υπουργείο Παιδείας έχει αφαιρέσει εδώ και χρόνια από τα σχολικά βιβλία κάθε αναφορά στον Ελληνισμό της Βορείου Ηπείρου ως δείγμα "καλής θέλησης" απέναντι στους γείτονες.Το γεγονός αποδεικνύει την μονόπλευρη τήρηση της συμφωνίας.

Η Αθήνα έσβησε από τα σχολικά της βιβλία την μνήμη ενός ζωντανού τμήματος του Ελληνισμού, ενώ τα Τίρανα συνεχίζουν να προπαγανδίζουν ανύπαρκτες αξιώσεις που προσβάλλουν την Ελλάδα. 

Δεν θα ανεχτούμε το θέμα ως τετελεσμένο και θα το επισημαίνουμε κάθε χρόνο μέχρι επιτέλους κάποια Ελληνική κυβέρνηση πράξει το αυτονόητο και αρθεί στο ύψος των περιστάσεων, βάζοντας τέλος στην πολιτική της υποχωρητικότητας έναντι των αλβανών.   

Αναμένουμε επίσης την καταδίκη του συγκεκριμένου κεφαλαίου και από τους διεθνείς οργανισμούς.

Παραθέτουμε όλες τις επίμαχες σελίδες.


Βιβλίο Γεωγραφίας 9ης τάξης


Στην τελευταία παράγραφο της σελίδας 4 αναφέρονται ως αλβανικές περιοχές στην Ελλάδα οι: Τσαμουριά, Κόνιτσα, Καστοριά, Φλώρινα κλπ, αφού προηγηθούν οι αλβανικές περιοχές της Σερβίας, του Μαυροβουνίου και της "Μακεδονίας" δηλαδή των Σκοπίων.


Στη σελίδα 7 αναφορά στην Πρεσβευτική Διάσκεψη του Λονδίνου το 1913 που "μοίρασε τα αλβανικά εδάφη στα γύρω κράτη". Εθνικά, πολιτισμικά και γεωγραφικά η Αλβανία εκτείνεται μέχρι την Πρέβεζα! 


Στη σελίδα 8 ιστορικές αναφορές, συμπεριλαμβανομένης της απόδοσης της "αλβανικής περιοχής της Τσαμουριάς" στην Ελλάδα το 1913. Δεσπόζει κάτω αριστερά ο πολιτικός χάρτης των αλβανικών περιοχών.

Στη σελίδα 29 στοιχεία απογραφών για τον πληθυσμό "αλύτρωτων αλβανικών περιοχών", μεταξύ των οποίων και η Τσαμουριά


Στις σελίδες 134-135 ιδιαίτερο αφιέρωμα με γεωγραφικά, πληθυσμιακά και οικονομικά στοιχεία για τις "αλβανικές περιοχές της Ελλάδας" με φωτογραφίες από Ηγουμενίτσα και Πάργα.


Βιβλίο Γεωγραφίας 12ης τάξης

Εξώφυλλο


Σελίδες 8-9 με "ιστορικά στοιχεία" για τον αλβανικό χαρακτήρα της Ηπείρου


Συνέχεια στις σελίδες 10-11 των ιστορικών αναφορών για την Ήπειρο από την αρχαιότητα ως το 1913 όταν οι Πρεσβευτές των Μεγάλων Δυνάμεων άφησαν τις περιοχές αυτές της Αρμπερίας εκτός αλβανικού κράτους. 



Μια από τα ίδια και στις σελίδες 12-13





Σελίδες 188-190: Το βιβλίο Γεωγραφίας της 12ης κλείνει με φωτογραφίες της Ηγουμενίτσας και της Πάργας και διάφορα στοιχεία για την "Τσαμουριά"...



Εθνικός Σύλλογος Βόρειος Ήπειρος 1914
21-9-2017

Τρίτη 19 Σεπτεμβρίου 2017

Συνδιάσκεψη ΟΑΣΕ Βαρσοβία 2017: Ο ΕΣΒΗ 1914 κατήγγειλε την Αλβανία για βελούδινη εθνοκάθαρση των Ελλήνων της Β. Ηπείρου


Στην ετήσια Συνδιάσκεψη της Υπηρεσίας Δημοκρατικών Θεσμών και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του Οργανισμού για την Ασφάλεια και την Συνεργασία στην Ευρώπη (ΟΑΣΕ) που διεξάγεται στην Βαρσοβία, συμμετείχε για τρίτη συνεχόμενη χρονιά ο Εθνικός Σύλλογος Βόρειος Ήπειρος 1914.

Συγκεκριμένα ο εκπρόσωπος του Συλλόγου κ. Νικόλαος Κολίλας, με καταγωγή από τη Χιμάρα, πήρε μέρος στην δέκατη συνεδρία της Συνδιάσκεψης, η οποία αφορούσε τα δικαιώματα των εθνικών μειονοτήτων και πραγματοποιήθηκε στο Εθνικό Στάδιο της Βαρσοβίας την Δευτέρα 18 Σεπτεμβρίου 2017, κάνοντας μία παρέμβαση που αφορούσε την καταπάτηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων των Ελλήνων της Βορείου Ηπείρου. 

Ο κ. Κολίλας στην τοποθέτηση του αναφέρθηκε στο ιδιοκτησιακό ζήτημα και τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν πάνω σε αυτό οι Έλληνες αυτόχθονες κάτοικοι κυρίως στους Δήμους Φοινίκης και Χιμάρας, εστιάζοντας στην περίπτωση της δεύτερης περιοχής η οποία έχει λάβει ιδιαίτερες διαστάσεις τους τελευταίους μήνες.

Επίσης κατήγγειλε την απαθή ουσιαστικά στάση των αλβανικών αρχών στην τρομοκρατική δράση της συμμορίας του Ταχίρ Βελίου που βεβηλώνει ανενόχλητα ελληνικές σημαίες σε πόλεις και χωριά της Βορείου Ηπείρου, καθώς και την συνέχιση της διδασκαλίας από τα αλβανικά σχολικά βιβλία γεωγραφίας περί "αλβανικών περιοχών στην Ελλάδα".

Ο εκπρόσωπος του Εθνικού Συλλόγου "Βόρειος Ήπειρος 1914" έκανε λόγο για "βελούδινη εθνοκάθαρση" της γηγενούς Εθνικής Ελληνικής Μειονότητας από το αλβανικό κράτος.

"Η λύση για την επιβίωση των Ελλήνων της Βορείου Ηπείρου στις πατρογονικές τους εστίες είναι κατά πρώτον η εφαρμογή των διεθνών συνθηκών που προστατεύουν τις εθνικές μειονότητες και κατά δεύτερον η εφαρμογή του Πρωτοκόλλου της Κέρκυρας που υπογράφτηκε το 1914 και από την Αλβανία και αναγνωρίζει καθεστώς Αυτονομίας το οποίο απολαμβάνουν πολλές άλλες εθνικές μειονότητες στην Ευρώπη", είπε ολοκληρώνοντας την παρέμβαση του ο κ. Κολίλας.

Διαβάστε ολόκληρη την τοποθέτηση του Εθνικού Συλλόγου "Βόρειος Ήπειρος 1914" όπως καταχωρήθηκε στα Πρακτικά της Συνδιάσκεψης του ΟΑΣΕ 2017.

Η εκπρόσωπος της Αλβανίας στην αρχική της τοποθέτηση μίλησε για τον Νόμο περί Μειονοτήτων, ενώ στην δευτερολογία της, κάνοντας χρήση του δικαιώματος απάντησης ως κράτος επιτέθηκε στον Εθνικό Σύλλογο "Βόρειος Ήπειρος 1914", τον οποίο χαρακτήρισε "φορέα που δεν λειτουργεί στην Αλβανία και δεν γνωρίζει τις εξελίξεις στον τομέα αυτό".

Η απάντηση της ήταν ήδη γραμμένη πολύ πριν από την έναρξη της συνεδρίας και επρόκειτο για ένα δισέλιδο που αφορούσε αποκλειστικά την υπόθεση της Χιμάρας με τα γνωστά και επαναλαμβανόμενα επιχειρήματα του "σχεδίου οικιστικής ανάπτυξης μίας περιοχής που δεν διαφέρει από τις άλλες περιοχές της Αλβανίας".

Η απάντηση της Αλβανίας όπως κατατέθηκε στα πρακτικά της Συνδιάσκεψης (δείτε την εδώ) δείχνει πόσο απροετοίμαστο και προκατειλημμένο ήταν το αρμόδιο Υπουργείο Ευρωπαϊκών και Διεθνών Υποθέσεων, αφού ο Σύλλογος δεν έθεσε μόνο το θέμα της Χιμάρας αλλά και διάφορα άλλα σχετικά με την καταπάτηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων του Βορειοηπειρωτικού Ελληνισμού για τα οποία δεν δόθηκε ποτέ απάντηση.

Ο Εθνικός Σύλλογος Βόρειος Ήπειρος 1914 στέλνει το μήνυμα προς κάθε κατεύθυνση ότι δεν θα απαρνηθεί τον πολιτικό - γεωγραφικό όρο της Βορείου Ηπείρου, ούτε θα απεμπολήσει το ιστορικό κεκτημένο της Αυτονομίας, μέχρι την ημέρα που το εθνικό ζήτημα επιλυθεί

Εθνικός Σύλλογος Βόρειος Ήπειρος 1914


Παρακολουθείστε στο βίντεο την τοποθέτηση του κ. Νικόλαου Κολίλα εκ μέρους του Εθνικού Συλλόγου "Βόρειος Ήπειρος 1914" από το 1:29:00 έως το 1:31:00.






O εκπρόσωπος του Εθνικού Συλλόγου "Βόρειος Ήπειρος 1914" 
στην Συνδιάσκεψη του ΟΑΣΕ κ. Νικόλαος Κολίλας 



Τα έντυπα που παρέθεσε στο περιθώριο της Συνδιάσκεψης ο ΕΣΒΗ 1914


Άποψη από την συνεδρία για τις εθνικές μειονότητες




Πέμπτη 14 Σεπτεμβρίου 2017

14 Σεπτεμβρίου 1914: Η Απελευθέρωση του Βερατίου - Η τελευταία επιτυχία του Στρατού της Αυτονόμου Ηπείρου και η ηρωική θυσία των Μανιατών Οπλαρχηγών


Στις τελευταίες επιχειρήσεις τον Αύγουστο του 1914 οι εθελοντές των τμημάτων  του  Αυτονομιακού Στρατού της Φράσερης και της Κολώνιας διαπίστωναν ότι υπήρχαν πολλοί Ηπειρώτες Χριστιανοί στην περιοχή της Μάργιανης και στην κοιλάδα του Τομορίτσα ποταμού. Από Χριστιανούς μάλιστα που διέφυγαν στην ελεύθερη περιοχή, πληροφορήθηκαν ότι το ίδιο συνέβαινε και ακόμα βορειότερα, μέχρι τον Γεννούσο ποταμό.Οι επιτυχίες του Αυτονομιακού Στρατού είχαν διεγείρει τον ενθουσιασμό στους Ηπειρώτες του Βερατίου και της Μουζακιάς (πέρα από τη διαχωριστική γραμμή) και είχαν αρχίσει οι μυστικές συνεννοήσεις με τις αρχές της Πρεμετής.

Επίσης πολλοί Ηπειρώτες που είχαν καταταγεί  στα Σώματα της Κολώνιας δήλωναν  απερίφραστα ότι σε περίπτωση  επαναλήψεως προκλήσεων από μέρους των Αλβανών θα αποφάσιζαν να προελάσουν ακόμα και μόνοι τους.
Έτσι στις 10 Σεπτεμβρίου  κινήθηκαν χωρίς διαταγή από  την Προσωρινή Κυβέρνηση προς το Βεράτι με σκοπό την απελευθέρωση του. Το Σώμα του Υπολοχαγού Περικλή Δρέλλια μετά από σύντομη μάχη με τους Αλβανούς κατέλαβε το ύψωμα Κιάφα Μπέτσιτ και την επομένη το Σώμα του Ανθυπολοχαγού Βιτωράτου έτρεψε σε φυγή τις αντίπαλες δυνάμεις ύστερα από σύγκρουση κοντά στο χωριό Γκογκοβίτσα.

Στις 11 Σεπτεμβρίου  παράλληλα, η δύναμη του Δρέλλια  δέχθηκε κοντά στο χωριό Ντούσιαρι  πυρά από ομάδες ενόπλων Μουσουλμάνων.
Ένα τμήμα των  Αυτονομιακών Δυνάμεων υπό τον επιλοχία Γαλάνη έμεινε πίσω για να αντιμετωπίσει  την επίθεση ενώ το υπόλοιπο σώμα συνέχισε την πορεία του προς τη διάβαση Κιάφα Γκούρι Πρερ όπου θα συναντούσε το Σώμα του Ανθυπασπιστή Πανταζόπουλου. Εκεί όμως τις απογευματινές ώρες  η φάλαγγα του Υπολοχαγού Δρέλλια αντιμετώπισε σοβαρή αντίσταση από καλά οργανωμένο σώμα Αλβανών μουσουλμάνων οι οποίοι μετά από αποφασιστική επίθεση των Αυτονομιακών διασκορπίστηκαν αφήνοντας στο πεδίο της μάχης όπλα, πυρομαχικά και πενήντα νεκρούς. Οι Αυτονομιακοί είχαν μόνο έναν τραυματία.

Στις 12 Σεπτεμβρίου  το τμήμα του Επιλοχία Γαλάνη αντιμετώπισε αλβανικά σώματα που είχαν οχυρωθεί στα υψώματα Μπέγκου Μαδ. Οι Αυτονομιακοί μετά από σκληρή μάχη χρησιμοποίησαν δύο βόμβες των οποίων ο κρότος από την έκρηξη τους δημιούργησε στους Αλβανούς την εντύπωση βλημάτων πυροβολικού, ενώ παράλληλα άρχισαν να πυροβολούν οι άντρες των Αυτονομιακών Δυνάμεων την ώρα που οι σάλπιγγες σήμαιναν έφοδο. Ολόκληρη η δύναμη όρμησε προς τις αλβανικές θέσεις με τη λόγχη. Οι Αλβανοί εγκατέλειψαν τα υψώματα και πανικόβλητοι πέταξαν τα όπλα και τράπηκαν σε φυγή προς τις ανατολικές πλαγιές του βουνού Τόμορος.

Στις νότιες διαβάσεις του όρους την ίδια μέρα, το Σώματα Βιτωράτου και Στράτου ήρθαν σε σύγκρουση με  αντίπαλες δυνάμεις τις οποίες και διέλυσαν μετά από σύντομη αλλά σκληρή μάχη, για να φτάσουν στην κοιλάδα του Άψου ποταμού στο χωριό Μπαρκουλάς, κοντά στην πόλη του Βερατίου. Εκεί πληροφορήθηκαν ότι κανένα άλλο τμήμα του Αυτονομιακού Στρατού δεν είχε κινηθεί, εκτός από τα Σώματα της Κολώνιας και έλαβαν τη διαταγή από τον Ταγματάρχη Νικόλαο Τσίπουρα - ο οποίος ενημερώθηκε εκ των υστέρων για όσα συνέβησαν - να επιστρέψουν στις θέσεις απ’ όπου είχαν ξεκινήσει, όπως και έπραξαν.

Ο Υπολοχαγός Περικλής Δρέλλιας, χωρίς να είναι γνωστό αν έλαβε τη διαταγή, εξακολούθησε την  κίνηση του, ενώ το Σώμα Πανταζόπουλου, εκτός από μία ομάδα του, είχε ήδη επιστρέψει. 
Ο Λοχαγός των  Σωμάτων της Κολώνιας Αντώνης  Λεοντοκιανάκος, έσπευσε να ακολουθήσει  τη φάλαγγα του Δρέλλια, την οποία  και συνάντησε στις 13 Σεπτεμβρίου, ώρα 11 το πρωί, στο χωριό Αρμένι, όπου κατέφτασαν και δέκα άνδρες του Σώματος  Πανταζόπουλου.  Έτσι η δύναμη των Αυτονομιακών έφτασε στους 169 άνδρες.

Σάββατο 9 Σεπτεμβρίου 2017

9 Σεπτεμβρίου 1906: Η δολοφονία του Μητροπολίτη Κορυτσάς Φωτίου

Εισήγηση του κ. Χρήστου Ανδρεάδη 
στο 15° Συνέδριο Αυτογνωσίας

O Φώτιος Καλπίδης, γόνος επταμελούς αρχοντικής βιβλικής οικογένειας του Τσαγκράκ της Κερασούντας του Πόντου, γεννήθηκε το 1862 και μετά τις προκαταρκτικές του σπουδές στο Τσαγκράκ φοίτησε στο Ημιγυμνάσιο Κερασούντας, για να μεταβεί κατόπιν στη Θεολογική Σχολή της Χάλκης, από την οποία και αποφοίτησε το 1889 με άριστα ως «διδάκτωρ της θεολογίας». Το 1890 χειροτονήθηκε ιεροδιάκονος και αμέσως διορίστηκε διευθυντής των σχολών της Κερασούντας.

 Το 1897 διορίζεται αρχιγραμματέας της Ιεράς Συνόδου και χειροτονείται πρεσβύτερος και αρχιμανδρίτης, για να γίνει αμέσως μετά τον επόμενο χρόνο μέλος της συντακτικής επιτροπής του επισήμου οργάνου του Πατριαρχείου «Εκκλησιαστική αλήθεια», υπηρεσία στην οποία έδειξε αμέριστο ζήλο και συνετέλεσε με κάθε τρόπο στη βελτίωση της εκδόσεως και διαδόσεως του περιοδικού αυτού. Στις 16 Μαΐου 1902 εκλέγεται μητροπολίτης Κορυτσάς και Πρεμετής και λίγες μέρες μετά, στις 19 Μάιου, χειροτονείται μητροπολίτης από τον Οικουμενικό Πατριάρχη Ιωακείμ και ολόκληρη την Ιερά Σύνοδο.

Με τους καλύτερους οιωνούς ο Φώτιος, γεμάτος όνειρα και προσδοκίες για την υπεράσπιση των συμφερόντων της Εκκλησίας και του Γένους, ξεκινάει για τη νέα του θέση, την Κορυτσά, στην οποία και καταφθάνει στις 7 Ιουλίου 1902, όπου και γίνεται δεκτός από τα πλήθη των χριστιανών της ελληνικής κοινότητας, που έσπευσαν να τον υποδεχθούν με μεγάλη χαρά.

Την εποχή αυτή ο μακεδoνικός αγώνας βρισκόταν στο κρίσιμο σημείο του περιορισμού των διπλωματικών διαμαρτυριών της ελληνικής κυβερνήσεως και της μεταβάσεως στον ένοπλο αγώνα, εφόσον διάφορες συμμορίες κομιτατζήδων λυμαίνονταν την ύπαιθρο και κατατρομοκρατούσαν τους ελληνικούς πληθυσμούς. Σε αυτή τη μεταβατική περίοδο φτάνει ο Φώτιος στην Κορυτσά. Οι ξένες προπαγάνδες (αυστριακή, ιταλική, ρουμανική, αλβανική και κάπως υποτονική η βουλγαρική) οργιάζουν. Συμμορίες ποικίλων αποχρώσεων περιτρέχουν την ύπαιθρο και μολύνουν τον ιερό βορειοηπειρωτικό χώρο.

Μοναδικό, λοιπόν, στήριγμα του πληθυσμού της περιοχής, άμεσο, απέμενε η Μητρόπολη με το Φώτιο, αφού αυτός δεχόταν τα μηνύματα του χειμαζόμενου ποιμνίου του, τα οποία και διαβίβαζε στον πρόξενο Μοναστηρίου. Αυτός έπρεπε να αντιμετωπίσει κάθε επιβουλή, αυτός έπρεπε ν' αναχαιτίσει τις προσπάθειες των ξένων προπαγανδών και ιδιαίτερα της αλβανορωμουνικής, η οποία και πρωτοστατούσε στον αγώνα εναντίον του ελληνισμού, αυτός έπρεπε ν' αντιταχθεί στα σχέδια των συμμοριών, αυτός έπρεπε να εμψυχώνει, να φρονηματίζει και να καθοδηγεί το ποίμνιο του.
Με άγρυπνο μάτι παρακολουθούσε την κατάσταση, για ν' αρχίσει αμέσως το σωτήριο έργο του. Πρώτο του μέλημα η παιδεία. Παιδεία και Εκκλησία, Ελλάδα και Χριστός θα ήταν οι άξονες της πορείας του και πάντα με γνώμονα το Οικουμενικό Πατριαρχείο.                                  

Αμέσως προβαίνει σε αναδιοργάνωση των εκπαιδευτηρίων Κορυτσάς, τα οποία είχαν τεράστια ακμή, και κατευθύνει το διδακτικό Εισηγητής ο προσωπικό με στόχο την καταπολέμηση του προσηλυτισμού των ξένων προπαγανδών.
Ιδιαίτερη θα είναι η μέριμνα του Φωτίου για τα σχολεία της υπαίθρου, εναντίον των οποίων με περισσότερο μένος καραδοκούν οι ξένοι προπαγανδιστές και περισσότερο θα στραφεί η προσοχή του στην ίδρυση σχολείων εκεί, όπου η οργιάζουσα ρουμανική και αλβανική προπαγάνδα είχε καταφέρει να καταπιέσει τους Έλληνες σε τέτοιο σημείο, ώστε λόγω ελλείψεως ελληνικών σχολείων ν' αναγκάζονται να στέλνουν τα παιδιά τους στα δικά τους σχολεία.
 Κλασική περίπτωση αποτελούν οι κοινότητες της Πλιάσας και Μπίγλιστας, στις οποίες, ενώ υπήρχε πληθυσμός ικανός με ελληνικά φρονήματα, δεν υπήρχαν ελληνικά σχολεία. Με συγκίνηση ο Φώτιος αναφέρει στον Πρόξενο Μοναστηρίου την, ύστερα από σύντονες ενέργειες του, ίδρυση ελληνικού σχολείου στην Πλιάσα, το δεύτερο προπύργιο του ρωμουνισμού μετά την Κορυτσά, καθώς και τις προσπάθειες του για την «ίδρυσιν Παρθεναγωγείου εν Μπιγλίστη εις ο κατ' ελάχιστον όρον θα φοιτώσι 55-60 κοράσια...».

Αυτή του ακριβώς η δραστηριότητα θα επαυξήσει την οργή των Ρωμούνων με αποτέλεσμα την επίθεση που οργάνωσαν εναντίον του στην Πλιάσα, καθώς στις 12 Ιουνίου 1906 μετέβαινε εκεί, για ν' αποσπάσει από τα χέρια τους την ελληνική εκκλησία, που είχαν καταλάβει πραξικοπηματικά. Απτόητος ο Φώτιος θα συνεχίσει τον αγώνα, παρόλον ότι τραυματίσθηκε σοβαρά στο πόδι από το λιθοβολισμό που του έγινε.

Παράλληλα διοργανώνει και το διαφωτιστικό του έργο εναντίον των προπαγανδιστών με ομιλίες και κηρύγματα. Αποκαλυπτικότατο είναι το κείμενο που παρουσιάζουμε εδώ για πρώτη φορά. Πρόκειται για άρθρο της αλβανικής εφημερίδας DRITA που έβγαινε στη Σόφια και υποθαλπόταν από την τότε βουλγαρική κυβέρνηση και το Μακεδονορουμανικό Κομιτάτο με έδρα το Βουκουρέστι.
Στο φύλλο με αριθμό 74 της 1ης Μαρτίου 1906, αφού ο συντάκτης του άρθρου καταφερθεί κατά του Φωτίου με απρεπείς και οξείς χαρακτηρισμούς, επειδή αγωνίζεται «ως ο Καστοριάς και Πελαγωνίας προς διάδοσιν της ελληνικής ιδέας», μεταξύ άλλων γράφει και τα εξής:
 «Κηρύσσει απαρεγκλίτως εκάστην Κυριακήν και εορτήν, μη εξαιρουμένων ουδ' αυτών των Σαββάτων των μνημόσυνων τον λόγον του Θεού άμα δε και την ελληνικήν ιδέαν ... αδιαφορών αν η ώρα είναι κατάλληλος ή όχι... Διασαλπίζει παν ό,τι δύναται... να συναγάγη εκ του Ευαγγελίου και συγχρόνως... φέρει όλως ακαταλλήλως και αποτόμως τον λόγον επί της ελληνικής ιδέας και του ελληνισμού, άνευ του οποίου, κατ' αυτόν, ουδέ πολιτισμός θα υπήρχε νυν ουδέ Ευρώπη ή Αμερική».



Εντονότατη ήταν η αντίδραση του Φωτίου στα μέτρα που πήρε η ρουμανική προπαγάνδα, υποβοηθούμενη από την αλβανική, που προσπαθούσε να καταγράψει τους Έλληνες ως «αρναούτ» και όχι «ρουμ», για να αλλοιώσει τη σύσταση του πληθυσμού, αποσκοπώντας να δείξει στις ξένες δυνάμεις ότι ο πληθυσμός ήταν αλβανορωμουνικός και ότι οι Έλληνες ήταν μια μειοψηφία.

Γνώριζε ότι είχε ν' αντιπαλέψει με τον πρωτεργάτη της αλβανικής ιδέας και στυλοβάτη του αλβανικού κομιτάτου, τον ίδιο το διοικητή Κορυτσάς, τον αμείλικτο διώκτη των Ελλήνων και όμως δε λύγισε, δεν οπισθοχώρησε ούτε συμβιβάσθηκε, όπως συνήθως γινόταν σε πολλές περιπτώσεις.

Αμέτρητες είναι οι πολυήμερες περιοδείες του ως και τα τελευταία απόμακρα χωριά της επαρχίας του, στα οποία μετά τη λειτουργία προχωρούσε στο κατάλληλο κήρυγμα, για να διαφωτίσει και εμψυχώσει το ποίμνιο του και προπαντός να το χαλυβδώσει στην πίστη του προς τον ελληνισμό, αδιαφορώντας για τις πλεκτάνες και ενέδρες που κάθε τόσο στήνονταν από τα όργανα της αλβανορουμανικής προπαγάνδας. Στις εκκλήσεις του, όμως, προς τις αρμόδιες αρχές για περιστολή της αυθαιρεσίας των Τουρκαλβανών, το υπουργείο Εσωτερικών εκώφευε.

Μέσα σ' ένα τέτοιο κλίμα ο Φώτιος βαλλόμενος από θεούς και δαίμονες όχι μονάχα των εντοπίων εμφανών και αφανών οργάνων της αλβανικής και ρωμουνικής προπαγάνδας αλλά και των ύπουλων οργάνων της αυστριακής και ιταλικής, που η καθεμιά ενεργούσε για δικό της λογαριασμό εποφθαλμιώντας τα ιερά χώματα της Βορείου Ηπείρου, εβάδιζε σταθερά προς το δρόμο του μαρτυρίου, πιστός στα πεπρωμένα της φυλής.

 Από τη στιγμή που στο δημοσιογραφικό όργανο των μισθάρνων οργάνων του Αλβανικού Κομιτάτου DRIΤΑ είχαν δημοσιευθεί οι φράσεις:

«Αν πηγαίνεις μ' αυτήν την γνώμη (της υπερασπίσεως δηλ. του ελληνισμού) ωρέ καπετάν Φώτη, δεν θα σ' εύρη ο χρόνος», από τη στιγμή εκείνη είχε τεθεί η σφραγίδα του θανάτου του, αρκεί να βρισκόταν η ευκαιρία.

Και η ευκαιρία δεν άργησε να βρεθεί. Οι εχθροί του πληροφορήθηκαν από το συνεργό του μουτεσαρίφη ότι ο Φώτιος, επιμένοντας να περιοδεύει παρά τις απαγορευτικές διαταγές των τουρκικών αρχών, θα πήγαινε στο χωριό Μπραβδίτσα, για να ιερουργήσει την Κυριακή 10 Σεπτεμβρίου 1906.
Για να φτάσει έγκαιρα στο χωριό, ξεκίνησε το Σάββατο 9 του μηνός χωρίς στρατιωτική συνοδεία, όπως έπρεπε, γιατί του την αρνήθηκε ο μουτεσαρίφης, με αποτέλεσμα λίγο έξω από το χωριό να προσβληθεί από την αλβανορουμανική συμμορία του Μπαϊράμ Φεχμή και να πέσει νεκρός ύστερα από δολοφονική ενέδρα που του είχε στηθεί.

Ο θάνατος του συγκλόνισε το πανελλήνιο και η συγκίνηση των κατοίκων της Κορυτσάς ήταν απερίγραπτη κατά την ώρα της κηδείας του που έγινε από τους μητροπολίτες Καστοριάς Γερμανό Καραβαγγέλη και Δυρραχίου Προκόπιο στις 12 Σεπτεμβρίου με συμμετοχή δεκάδων ιερέων και χιλιάδων Ελλήνων της πόλεως, οι οποίοι με την αθρόα συμμετοχή τους που έλαβε διαστάσεις παλλαϊκού συλλαλητηρίου εκδήλωσαν την έντονη δυσαρέσκεια τους για το ανήκουστο γεγονός και τις εύλογες διαμαρτυρίες τους.

Ο Φώτιος δεν ήταν τυχαία προσωπικότητα. Από μικρό παιδί είχε γαλουχηθεί με τα νάματα της ορθοδοξίας και δεν παρέλειπε ποτέ να εκδηλώνει με ενθουσιασμό την αγάπη του προς τη μητέρα Ελλάδα, την οποία και υπενθύμιζε στο ακροατήριο του σε κάθε του κήρυγμα, εξυμνώντας το μεγαλείο της, αδιάφορο αν τον παρακολουθούσε «κατά πόδας» η τουρκική αστυνομία με τους αλβανορωμούνους συνεργούς της.

Σε γράμμα του προς τον αδελφό του Παναγιώτη, πριν ακόμη ιερωθεί έγραφε: «Απεφάσισα να μείνω άγαμος, δια να δυνηθώ να εκπληρώσω τον σκοπόν μου ευκολώτερον και καλύτερον», πράγμα που έκαμε με αυταπάρνηση, θυσιαζόμενος στο βωμό της Πατρίδας. Ο Γερμανός καθηγητής του Πανεπιστημίου της Ιένας HEINRICH GELZER, περιγράφοντας τη συνάντηση που είχε μαζί του στην Κορυτσά το 1903 αναφέρει ότι ο Φώτιος «είναι ένας νέος πολύ δραστήριος άνθρωπος, που έχει αντιληφθεί πως πρέπει να είναι αγαπητός από το ποίμνιο του, χάρη στον έντονο ζήλο του... Έχει πλουτίσει την Εκκλησία με πολλές αγαθοεργίες και είναι αυτός που εισήγαγε στην Κορυτσά το κυριακάτικο κήρυγμα».

Η ακτινοβολία του ήταν τόσο μεγάλη, ώστε, όταν το 1897 πέρασε από τη Βιέννη, μετά την επίσκεψη που είχε κάνει στους γονείς του στη Σεβαστούπολη της Ρωσίας, έγινε δεκτός από τον αυτοκράτορα της Αυστρίας Φραγκίσκο Ιωσήφ το Β', ο οποίος μάλιστα τόσο εντυπωσιάσθηκε από την παρουσία του, ώστε τηλεγράφησε στο Πατριαρχείο να παραταθεί η άδεια παραμονής κοντά του.

Το θάνατο του θρήνησε και ολόκληρος ο τότε υπόδουλος ελληνισμός και ο τάφος του μεγαλοπρεπής βρισκόταν κοντά στο ναό του Αγίου Γεωργίου Κορυτσάς τα εγκαίνια του οποίου έγιναν «επί των ημερών του».

Το σκληρό και τυραννικό καθεστώς της Αλβανίας, θεωρώντας τον απαίσιον εχθρό, όχι μονάχα εξαφάνισε τον τάφο αλλά και ισοπέδωσε το ναό, που τον έκανε πλατεία, πιστεύοντας ότι θα εξαλείψει τη μνήμη του και καθετί που σχετίζεται με την Εκκλησία και την Ελλάδα.

 Αλλά «δεινώς προς κέντρα λακτίζει...
Οι Έλληνες της Βορείου Ηπείρου και ειδικότερα της Κορυτσάς δεν παύουν ποτέ να θυμούνται το δεσπότη τους, τον ιεράρχη που μαρτύρησε στα άγια χώματα τους, αναπολώντας τη σεβάσμια μορφή του και το υπέροχο έργο του και μόνη τους προσδοκία είναι η αποκατάσταση τους σ' ένα ελεύθερο καθεστώς, σε μια ελεύθερη Βόρειο Ήπειρο με κατοχυρωμένα τα καταπατημένα ανθρώπινα δικαιώματα, μιαν Ήπειρο για την οποία τόσο αγωνίστηκαν χύνοντας ποταμούς αιμάτων για την απελευθέρωση της, μιαν Ήπειρο της οποίας οι αγώνες επιτέλους καιρός είναι να δικαιωθούν.

http://santeos.blogspot.gr