Δευτέρα 28 Δεκεμβρίου 2015

Μνήμη Γρηγόρη Λαμποβιτιάδη: Ένα αστέρι που δεν σβήνει στους Βορειοηπειρωτικούς Ουρανούς

«Εάν στύψεις όλους τους πολιτικούς κρατούμενους Βορειοηπειρώτες ζωντανούς και πεθαμένους για την μεγάλη και αναμφισβήτητη προσφορά τους προς το Ελληνικό Έθνος, το άστρο του Γρηγόρη Λαμποβιτιάδη λάμπει στους ουρανούς της Βορείου Ηπείρου και δεν σβήνει ποτέ» είπε στο «Λαϊκό Βήμα» ο πρόεδρος της Επιτροπής Αξιολόγησης Πολιτικών Κρατουμένων από την ιδιαίτερη πατρίδα μας, πριν αυτή η Επιτροπή παραδώσει το έργο στην πολιτική ηγεσία του ελληνικού ΥΠΕΞ.

Ευθύς μετά το μεγάλο άνοιγμα στις αρχές της περασμένης δεκαετίας, οι πολιτικοί κρατούμενοι που είχαν γλιτώσει από τα γκουλάγκ του Ενβέρη έτυχαν θερμής υποδοχής από το εθνικό κέντρο, ενώ εφοδιάστηκαν και με ελληνικά διαβατήρια.

Όποια βορειοηπειρωτική πέτρα και εάν σηκώσεις, από κάτω θα βρεις ένα εθνικό ήρωα της πατρίδας μας. Όποιο τραγούδι και να ακούσεις έχει μέσα τα ντέρτια και τους καημούς μιας ολόκληρης γενιάς που ξεψύχησε από τα πιο απάνθρωπα βασανιστήρια που επινόησε ο πιο διεστραμμένος ανθρώπινος νους. Τα θύματα του ολοκληρωτισμού αντιστάθηκαν και έμειναν με το κεφάλι ψηλά συνεχίζοντας την παράδοση των προγόνων μας, πως το χρέος για την πατρίδα είναι η μεγαλύτερη τιμή.

Η ιστορία του Γρηγόρη Λαμποβιτιάδη

Γεννήθηκε το 1908 στην Δρούβιανη της Βορείου Ηπείρου. Με την βοήθεια του παππού του που ήταν εκλεκτό μέλος της Ελληνικής παροικίας στην Κωνσταντινούπολη και την προτροπή της μητέρας του τελείωσε το δημοτικό και γυμνάσιο στην Κέρκυρα και την Οδοντιατρική Αθηνών αριστούχος.

Παρά τις δελεαστικές προτάσεις από το ίδιο το Πανεπιστήμιο, να παραμείνει ως καθηγητής προτίμησε το Αργυρόκαστρο γιατί ήθελε, όπως έλεγε ο ίδιος, να προσφέρει τις καλές του υπηρεσίες για την απελευθέρωση της ιδιαίτερης πατρίδας του. Εγκαταστάθηκε στην θρυλική πρωτεύουσα της Αυτονόμου Βορείου Ηπείρου όπου έγινε και πρωτεργάτης δημιουργίας του Εθνικού Μετώπου.

Στην ταράτσα του σπιτιού του κυμάτιζε πάντα η ελληνική σημαία, ενώ στο υπόγειο είχε εγκαταστήσει ολόκληρο μηχανισμό μετάδοσης πληροφοριών και επικοινωνούσε με το αρχηγείο της θρυλικής VIIIης Μεραρχίας στα Ιωάννινα.

Την 7η Απριλίου, ημέρα που οι Ιταλοί επέλασαν στο Αργυρόκαστρο, το πρώτο σπίτι που βομβάρδισαν ήταν αυτό με την ελληνική σημαία του γιατρού Γρηγόρη Λαμποβιτιάδη. Εκείνη τη μοιραία ημέρα έπεσε νεκρή η σύντροφός του Ανδρονίκη Θάνου.

Καθ’ όλη τη διάρκεια της ιταλικής κατοχής, παρά το βαρύ πένθος ο λεβεντογιατρός από τη Δρούβιανη συνέχισε τον αγώνα με τους υπόλοιπους βορειοηπειρώτες, ενώ συμμετείχε ενεργά σε όλες τις πρωτοβουλίες της ΜΑΒΗ. Μετά την εκτέλεση του αείμνηστου Βασίλη Σιαχίνη, του πρώτου προέδρου της ΜΑΒΗ, ανέλαβε πλέον τη θέση του προέδρου της οργάνωσης. Εν τω μεταξύ, στα δύσκολα εκείνα χρόνια νυμφεύθηκε την Μαρία Σπετσαρία από Αμπελόκηπους Αθηνών (με καταγωγή απ’ τον Μύτικα Αιτωλοακαρνανίας) με την οποία απέκτησε τον Γιώργο, πρώην πολιτικό κρατούμενο και τέως πρόεδρο της ΟΜΟΝΟΙΑΣ.

Της φυλακής τα σίδερα ήταν για τους Έλληνες

Καθ’ όλη τη διάρκεια του μεσοπολέμου, οι Αλβανοί κομμουνιστές υπόσχονταν αυτοδιάθεση στην ελληνική κοινότητα, ενώ πισώπλατα μαχαίρωναν όσους Έλληνες πολεμούσαν για τα ελληνικά ιδανικά. Η πιο κραυγαλέα περίπτωση ήταν αυτή του Λευτέρη Τάλιου, ο οποίος σκοτώθηκε γιατί ήταν Έλληνας και μετά την απελευθέρωση ανακηρύχθηκε «ήρωας του αλβανικού λαού».

Μετά το 1944 η αργυροκαστρίτικη κλίκα του Ενβέρ Χότζα σε συνεργασία με τα μειονοτικά αλητόπαιδα του βουνού, δηλητηριασμένα φανατικά απ’ την αρρώστια του αιώνα, τον κομμουνισμό, εξαπέλυσε λυσσαλέα επίθεση κατά του ελληνικού στοιχείου, φυλακίζοντας και εκτελώντας τα καλύτερα παιδιά της Βορείου Ηπείρου. Ο Γρηγόρης Λαμποβιτιάδης ήταν ένας εξ αυτών.

Ο πρώην πολιτικός κρατούμενος Νίκος Ζέρης αφηγείται...

«Στις 28 Δεκεμβρίου 1945 συνελήφθη ο οδοντίατρος Γρηγόρης Λαμποβιτιάδης, ο ηρωικός ιερέας Αλέξανδρος Καλούδης από Πρεμετή, ο Κώστας Θάνος δάσκαλος από Γόριτσα, ο Γιάννης Δήμας και η σύζυγός του Καλλιόπη από Λιούγκαρη, ο Μιχάλης Βράνος δάσκαλος από Βουλιαράτες, ο Κώστας Κυριάκος λειτουργούσε νερόμυλο, ο Ιωάννης Ηγουμενίδης γαμπρός του Κυριάκου και ο Βασίλης Ριστάνης από την ελληνική ψηλότερα Πρεμετής. Η Καλλιόπη Δήμα συνελήφθη στο Ραντάνι, ζαλωμένη με ελληνικές εφημερίδες τις οποίες μετέφερε κρυφά στο Αργυρόκαστρο. Με την ίδια ομάδα συνελήφθη ο Βασίλης Σιούκα από Άγιο Νικόλαο και ο Αθανάσιος Νάνο από Άνω Δρόπολη.
Μας έκλεισαν απανωτούς στην τότε καθολική εκκλησία της πόλης και το ίδιο απόγευμα μας άρχισαν τα φρικτά βασανιστήρια. Για να σπάσουν το ηθικό μας, μας έκαναν ομαδικά βασανιστήρια. Θυμάμαι τον μέγα βασανιστή των Δροπολιτών τον “Xhemal”, ο οποίος ζητούσε να πιει αίμα από μας. Επίσης πολύ αυστηρός και με πέτρινη ψυχή ήταν ο Jashar Kasimati, διευθυντής της ασφάλειας του quark. Ο αδικοκρατούμενος Γρηγόρης Λαμποβιτιάδης τυραννίστηκε με μανία από τον δήμιο του βορειοηπειρωτικού ελληνισμού τον εισαγγελέα Γιώργο Κώτσια. «Θυμάμαι», μας αφηγείται με τρεμάμενη φωνή ο Νίκος Ζέρης, «μια καταραμένη μέρα αφού τον ξεγύμνωσαν, τον έδεσαν από τα γεννητικά του όργανα και τον τραβούσαν στον δεύτερο όροφο της καθολικής εκκλησίας με σκοπό να του αποσπάσουν μαρτυρία και να ενοχοποιήσει τους υπόλοιπους συνεργάτες του. Το παλικάρι όμως δεν λύγισε.  Το μόνον που έκανε, φώναζε τη μάνα του τη Γιαννούλα και έλεγε: «Είμαστε αθώοι».
Ο Γρηγόρης και όλοι εμείς ήμασταν αθώοι, το μόνο «αμάρτημά μας η ελληνική μας καταγωγή».

«Θάνατος στον φασισμό»

Δυστυχώς οι βασανιστές μας ήταν Έλληνες. Ο αρχιβασανιστής Γιώργος Κώτσιας, να μη λιώσει ποτέ κάτω από τη γη. Ο Στρατής Παπάς, δήμιος των δημίων. Ο Βασίλης Νάστος, ο Πέτρος Βοδινός, ο Χαράλαμπος Παπάς, ο Γιάννης Πάνος, ο Κώστα Δράζιος από Χλωμό, ο Λίτσης από Δερβιτσάνη, ο Μιλτιάδης Παπάς και άλλοι.

Πολλές φορές οι βασανιστές μας επισκέπτονταν στις φυλακές με τις γυναίκες τους, οι οποίες μας κατηγορούσαν για σκυλάκια των Ελλήνων μοναρχοφασιστών και μας λοιδορούσαν. Ήταν τότε που ο Γρηγόρης Λαμποβιτιάδης είπε το αμίμητο: «Ου σεις με λοιδορείτε, αλλά ο τόπος και ο χρόνος». Στο προαύλιο της εκκλησίας, όταν μας έβγαζαν όλους μαζί, ο οδοντίατρος ήταν εμψυχωτής όλων μας. Μάλιστα σέρναμε και χορούς. Θυμάμαι τον παπά Καλούδη που τραγουδούσε τον Ντελί παπά... Ενώ το Γρηγόρη, έχε γεια καημένε κόσμε, έχε γεια γλυκιά ζωή.

Ήρθε η ώρα της μεγάλης δίκης. Πρόεδρος του στρατοδικείου ο συνταγματάρχης Bexhet Mema από Μπολένα Κουρβελεσίου. Από τους 13, ο Γρηγόρης καταδικάστηκε εις θάνατο. Η δίκη ήταν φαρσοκωμωδία, ενώ συνελήφθγ στην αίθουσα ο δικηγόρος Βασίλης Τζιας που υπερασπιζόταν τον Λαμποβιτιάδη γιατί ήρθε σε αντιδικία με τον κακόφημο εισαγγελέα Γιώργο Κώτσια, αφού κατήγγειλε τα απάνθρωπα βασανιστήρια που έγιναν στον πελάτη του.

Το μόνον που ζήτησε ο θανατοποινίτης πλέον από τους δημίους ήταν να πάρει αγκαλιά τον μικρό γιο του Γιώργο, τον οποίο έσφιξε στην αγκαλιά του και του άφησε υποθήκη: «Όταν μεγαλώσεις, να πάρεις το αίμα μου πίσω».

«Οι προδότες στην τριχιά»

Η SIGURIMI είχε μαζέψει έξω από τα δικαστήρια τους γύφτους της πόλης, οι οποίοι κατά παραγγελία φώναζαν: «Οι προδότες στην τριχιά (σκοινί)», «Θα τους κάψουμε σαν τις ακρίδες», «Θάνατος στον φασισμό», «Οι μοναρχοφασίστες στο απόσπασμα» και άλλα.

Ο πρώτος που βγήκε από το δικαστήριο ήταν ο Γρηγόρης για τον οποίο το πλήθος ζητούσε να τον λιντσάρουν ενώ εμάς που βγήκαμε αλυσοδεμένοι όλοι μαζί, μας έλουσαν με μαύρα νερά και ανθελληνικά συνθήματα οι γύφτοι του κάστρου.

Μας πήγαν όλους στον Καλιά ύστερα από 20 βασανιστικές ημέρες στην δικαστική αίθουσα. Καταδικαστήκαμε με βαριές ποινές, πολλά χρόνια φυλάκισης, ενώ ο ιερέας Αλέξανδρος Καλούδης εκτελέστηκε μετά τον Γρηγόρη, αφήνοντας παρακαταθήκη το παρακάτω τραγούδι το οποίο τραγουδούσαν οι φυλακισμένοι Βορειοηπειρώτες στο προαύλιο της φυλακής:

Στης φυλακής τα σίδερα
οπ’ είμαστε κλεισμένοι
εδώ φαίνονται οι συγγενείς
κι οι φίλοι οι αγαπημένοι.

Φυλακισμένο άνθρωπο
κάτσε κουβέντιασέ τον
και πες του λόγια από καρδιά
και παρηγόρησέ τον.

Του Υμηττού τα λούλουδα
του Ολύμπου το θυμάρι
σ’ ανάθρεψαν σου χάρισαν
ρίζες για κάθε χάρη.

Την πρωτιά, 25 χρόνια στα κάτεργα, είχε ο Μιχάλης Βράνος από τους Βουλιαράτες. Ο Λαμποβιτιάδης έμεινε μόνος ώσπου ήρθαν ένα βράδυ, τον πήραν από το κελί του και δεν τον ξαναείδαμε.

Η πιο κακόφημη παρέα των  Γιώργου Κώτσια, Στρατή Παπά, του Λίτσης από Δερβιτσάνη, του Γιάννη Πάνου, του Βασίλη Νάστου, του Πέτρου Βοδινού, του Σιώρη Σιάνου, του Κώστα Δράζιου, του Μιλτιάδη Παππά και άλλων εκτέλεσε κάτω από μια γκορτσιά στα σύνορα με το Λαζαράτι τον ήρωα Γρηγόρη Λαμποβιτιάδη.

Ο Γρηγόρης έπεσε από τις σφαίρες των δημίων με το όνομα της ΕΛΛΑΔΑΣ στο στόμα και ξεψύχησε με το παράπονο γιατί οι «Έλληνες» (λέει η σύζυγός του Γρηγόρη Μαρία, σε μια επιστολή προς τη μητέρα της στην Αθήνα: «Ντροπή να λέγονται Έλληνες τέτοιου είδους τέρατα, ντροπή να λέγονται χριστιανοί. Αυτοί είναι οι πουλημένοι στην ψυχή στους Αλβανούς δημίου γενίτσαροι, αλητόπαιδα του βουνού, οι εγκληματίες της Βορείου Ηπείρου») να σκοτώνουν τους Έλληνες. Περάσανε 61 χρόνια και το αστέρι του ήρωα Γρηγόρη Λαμποβιτιάδη δεν σβήνει ποτέ στους βορειοηπειρωτικούς ουρανούς».

(αναδημοσίευση από την Εφημερίδα «Λαϊκό Βήμα», 31/5/2007, άρθρο Β. Ιατρού)

από την ιστοσελίδα της ΣΦΕΒΑ



Ο Γρηγόρης Λαμποβιτιάδης με τη σύζυγο του



Η Μαρία Σπετσαρία με τον μικρό Γιώργο Λαμποβιτιάδη



Πέμπτη 24 Δεκεμβρίου 2015

ΚΑΛΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ!



Ο Εθνικός Σύλλογος Βόρειος Ήπειρος 1914 
εύχεται σε όλους τους Έλληνες όπου γης, 
ΚΑΛΑ ΚΑΙ ΕΥΛΟΓΗΜΕΝΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ! 

Η Γέννησις του Θεανθρώπου 
να φέρει σε όλους μαζί και στον καθένα ξεχωριστά
υγεία, ευτυχία, ευημερία και κάθε καλό.



Σας αφιερώνουμε με αγάπη τα ηπειρώτικα κάλαντα των Χριστουγέννων


Τρίτη 22 Δεκεμβρίου 2015

22 Δεκεμβρίου 1940: Η απελευθέρωση της Χιμάρας στον Ελληνο-ιταλικό Πόλεμο

Έλληνες Στρατιώτες στην Χιμάρα τον Δεκέμβριο του 1940 με φόντο τα Ακροκεραύνια Όρη

Μετά την απελευθέρωση των Αγίων Σαράντα στις 6 Δεκεμβρίου 1940, κατά τον Ελληνοϊταλικό πόλεμο, του Λουκόβου στις 7 και του Πικέρασι (Πικέρνι) στις 8 του ίδιου μήνα, η 3η Μεραρχία του Ελληνικού Στρατού κινήθηκε βόρεια και στις 13 Δεκεμβρίου είχε φθάσει δυτικά και βορειοδυτικά του Μπόρσι, στην άριστα οχυρωμένη γραμμή, ύψωμα 613 – Μάλι ε Κηπαρόιτ – Μάλι ε Τζόρετ – αυχένας Κούτσι – Μάλι Ιτέρας που υπεράσπιζε η ιταλική μεραρχία Σιένα.  
Το απόσπασμα  Τσακαλώτου προώθησε το Ι/42 τάγμα στην περιοχή Φτέρα – Τζόρα για να αντικαταστήσει την Α΄ Ομάδα Αναγνωρίσεως, το δε ΙΙ/40 στον ορεινό όγκο Μάλι Ιτέρας για να εκβιάσει δι’ υπερκεράσεως τον αυχένα Κούτσι, με κατάληψη του όγκου της Παπαθιάς. 

Στις 15 Δεκεμβρίου οι πρώτες επιθέσεις του 12ου Συντάγματος Πεζικού (Σ.Π.) κατά των υψωμάτων του Κηπαρού απέτυχαν. 
Το ύψωμα 613 καταλήφθηκε  τελικά, μέσα σε χιονοθύελλα και  πολύνεκρο αγώνα εκ του συστάδην, στις 17 Δεκεμβρίου, με αποτέλεσμα ο εχθρός να εγκαταλείψει και το Μάλι Βάριτ βορειότερα. Στις 19 Δεκεμβρίου κατελήφθησαν, με βαριές απώλειες, από το 6ο Σ.Π. το στρατηγικής σημασίας ύψωμα Γκιάμι (βόρεια του Πανόρμου) και το ύψωμα Τσίπι (βόρεια του Πύλιουρι). Ανατολικότερα καταλαμβάνεται από το απόσπασμα Τσακαλώτου το ισχυρά οργανωμένο ύψωμα Μάλι ε Τζόρετ και ο αυχένας Κούτσι μετά από τριήμερο σκληρό αγώνα που απέφερε στη σημαία του 4ου Σ.Π. χρυσό αριστείο ανδρείας.  
Το 6ο Σύνταγμα που ήλεγχε τις ανατολικές προσβάσεις του ορεινού όγκου του Κηπαρού (Μάλι Κηπαρόιτ) πριν προχωρήσει προς Χιμάρα, έταξε ένα τάγμα στο ύψωμα Τσίπι για να ελέγχει την οδό προς Πύλιουρι ενώ το δεύτερο τάγμα του βάδισε προς απελευθέρωση του χωριού. 

Με τη διάνοιξη της κοιλάδας Σουσίτσα και του υψώματος Τσίπι (βορειοδυτικά της Χιμάρας) στις 21 Δεκεμβρίου, οι Ιταλοί αναγκάστηκαν να εκκενώσουν την πόλη της Χιμάρας το ίδιο βράδυ ενώ λίγο μακρύτερα απελευθερώνονταν το Πύλιουρι. Πλήθος αιχμαλώτων (ανάμεσα τους δύο αντισυνταγματάρχες) και άφθονο υλικό περιέρχονταν στα ελληνικά χέρια αν και οι Ιταλοί είχαν δηώσει και καταστρέψει φεύγοντας ότι μπορούσαν. 

Τη νύχτα του  Σαββάτου 22 Δεκεμβρίου 1940, ελληνικά τμήματα  εισέρχονταν στο κάστρο του Ελληνισμού της Ηπείρου, στην αδούλωτη Χιμάρα και προχωρούσαν προς το Σκουταρά όπου οι Ιταλοί θα προβάλουν σθεναρή αντίσταση. 
Ο Ελληνικός Στρατός εισήλθε στη Χιμάρα με οδηγούς πολλούς ντόπιους Έλληνες: Θανάσης Κούστας, Αντώνης Κοκκαβέσης, Σάββας Πρίφτης, Πολυμέρης Κολιάκης, Π. Μπολάνος, Ν. Μπελέρης, Γ. Δημογιάννης, Σ. Λυκόκας, Γ. Μπρίγκος, Γ. Δήμας, Δ. Ζώτος, Ν. Ντούκος, Γρ. Πρίφτης, Π. Γκόρος κ.α.  
Παράλληλα Χιμαριώτες πήραν τα όπλα και ενίσχυσαν δυναμικά τον Ελληνικό Στρατό στις επιχειρήσεις. 

Την Κυριακή  το πρωί, μετά την πρώτη δοξολογία στην παλιά μονή του Αγίου Κοσμά, λαός και στρατός έψαλαν το «Χριστός Ανέστη» στους Άγιους Πάντες και ας ήταν παραμονές Χριστουγέννων. Ένας μεγάλος χορός αγκάλιασε ντόπιους και ελευθερωτές.


(από το βιβλίο του Κώστα Χατζηαντωνίου: Χιμάρα - Το άπαρτο κάστρο της Βορείου Ηπείρου, στη φωτογραφία από το ψηφιακό αρχείο της ΕΡΤ: Έλληνες στρατιώτες στη Χιμάρα τον Δεκέμβριο 1940)



Ο Ελληνικός Τύπος τον Δεκέμβριο του 1940 για την απελευθέρωση της Χιμάρας


Με μια ασυγκράτητη προέλαση του Στρατού μας η πόλη της Χειμάρας απελευθερώνεται στις 22 Δεκεμβρίου 1940. 

Ο Παύλος Παλαιολόγος στέλνει από την Χειμάρρα στην εφημερίδα «Αθηναϊκά Νέα» (24-12-1940) ανταπόκριση με τον εύγλωττο τίτλο: «Ο στρατός μας εις Χειμάρραν. Η συγκινητική υποδοχή των κατοίκων. Η γιγαντομαχία που κατέληξε εις την κατάληψιν».

Στον ίδιο τόνο αναγγέλλουν το ευχάριστο γεγονός και άλλες εφημερίδες:
 

Η «Νέα Ελλάς» (24 Δεκεμβρίου 1940): Η Χειμάρρα ελευθέρα! Κατελήφθη προχθές υπό του στρατού μας. Οι Χειμαρριώτες ενηγκαλίζοντο και κατεφίλουν τους στρατιώτες».

Η «Καθημερινή» (24 Δεκεμβρίου 1940): «Τα ελληνικά στρατεύματα κατέλαβον χθες την Χειμάρραν».



από το ιστολόγιο ΤΟ ΟΡΑΜΑ


Μήνυμα Εθνικού Συλλόγου "Βόρειος Ήπειρος 1914"

Ο μήνας Δεκέμβριος αποτελεί αναμφίβολα τον πιο ιστορικό για την Χιμάρα.
Ήταν 22 Δεκεμβρίου 1940 όταν ο Ελληνικός Στρατός απελευθέρωνε για τρίτη και τελευταία φορά έως τώρα την ηρωική ελληνόψυχη πόλη.

Ήταν 2 Δεκεμβρίου 1945 όταν σύσσωμος ο λαός της Χιμάρας απείχε από το νόθο δημοψήφισμα που είχε σκοπό την εγκαθίδρυση κομουνιστικού καθεστώτος, με αποτέλεσμα η κυβέρνηση Χότζα να αφαιρέσει από τους Χιμαραίους την ελληνική εθνικότητα από τις ταυτότητες και τα πιστοποιητικά τους αλλά όχι και από τις καρδιές τους και τις συνειδήσεις τους.

Ο Δεκέμβριος του 1940 και του 1945 μας δίνει τη δύναμη ώστε να συνεχίζουμε πάντα πιστοί στις αρχές και τα ιδανικά μας τον αγώνα για πλήρη δικαίωση του Ελληνισμού της Χιμάρας με την αναγνώριση της εθνικότητας των αυτοχθόνων κατοίκων της σε πρώτη φάση και φυσικά ολόκληρης της κατεχόμενης Ηπείρου. 

ΥΓ.: Πέρασαν 75 ολόκληρα χρόνια και η Χιμάρα και όλη η Βόρειος Ήπειρος περιμένουν την εκπλήρωση της υπόσχεσης του Ελληνικού Στρατού: << Θα ξαναγυρίσουμε!>>.

Σάββατο 12 Δεκεμβρίου 2015

Η 12η Δεκεμβρίου διπλή ημερομηνία - ορόσημο για τον σύγχρονο Βορειοηπειρωτικό Αγώνα

Οι Έλληνες της κατεχόμενης Ηπείρου τιμούμε την σημερινή ημέρα ως μία διπλή ιστορική επέτειο.

Ήταν 12 Δεκεμβρίου 1990, όταν η δολοφονία τριών νέων από το Αλύκο και ενός από τη Γέρμα των Αγίων Σαράντα κατά την προσπάθεια τους να δραπετεύσουν από τον αλβανικό "σοσιαλιστικό παράδεισο" προς την Ελευθερία και την Μητέρα Ελλάδα, ξεσήκωσε τους Ελληνόψυχους κάτοικους της περιοχής οι οποίοι πραγματοποίησαν την πρώτη μαζική εξέγερση κατά του αιμοσταγούς κομουνιστικού καθεστώτος, μετά από 45 χρόνια τυραννίας.


Ήταν 12 Δεκεμβρίου 1994 όταν ο Μητροπολίτης Δρυϊνουπόλεως, Πωγωνιανής και Κονίτσης, Υπέρτιμος και Έξαρχος πάσης Βορείου Ηπείρου Σεβαστιανός, ο πνευματικός μας ηγέτης που αφιέρωσε την ζωή του στην δικαίωση του Βορειοηπειρωτικού Ζητήματος, έκλεινε τα μάτια του για τον επίγειο κόσμο, περνώντας από την στρατευομένη στην θριαμβεύουσα εκκλησία. 

Η 12η Δεκεμβρίου κάθε χρόνο μας θυμίζει το χρέος μας να βαδίζουμε στον δρόμο που χάραξαν οι τέσσερεις μάρτυρες του Αλύκου και ο μακαριστός Μητροπολίτης Σεβαστιανός και να συνεχίζουμε τον αγώνα τους μέχρι την οριστική δικαίωση.


Αδέρφια ζείτε εσείς μας οδηγείτε!

Ο σύγχρονος αγώνας για την Βόρειο Ήπειρο δεν τελείωσε με τον Σεβαστιανό. 
Με τον Σεβαστιανό άρχισε!

ΑΘΑΝΑΤΟΙ!


Εθνικός Σύλλογος Βόρειος Ήπειρος 1914 


12 - 12 - 2015

esvh1914@gmail.com

Τρίτη 8 Δεκεμβρίου 2015

8 Δεκεμβρίου 1940: Η Απελευθέρωση του Αργυροκάστρου στον Ελληνο-ιταλικό Πόλεμο


Το Δεκέμβριο του 1940, στη διάρκεια της ελληνικής αντεπίθεσης και της προέλασης του Ελληνικού Στρατού μέσα στο βορειοηπειρωτικό έδαφος, το 11ο Σύνταγμα Πεζικού υπό τη διοίκηση του Συνταγματάρχη Πεζικού Κουδούνα Ιωάννη, ανήκε στην IV Μεραρχία.  Η Μεραρχία αυτή, μετά την ολοκλήρωση της στρατηγικής της συγκέντρωσης στην περιοχή της Καλαμπάκας, στις 24 Νοεμβρίου, κατευθύνθηκε με νυκτερινές πορείες στα δυτικά της περιοχής των Ιωαννίνων, όπου έφθασε στις 2 Δεκεμβρίου. Στη συνέχεια μετακινήθηκε και έφθασε στις 6 Δεκεμβρίου στην περιοχή Βάλτιστα – Καστάνιανη – Κεράσοβο με σκοπό να εισέλθει στον αγώνα αντικαθιστώ­ντας την ΙΙΙ Μεραρχία. Το 11ο Σύνταγμα στάθμευσε στην περιοχή Μουζίνα, έτοιμο να αντικαταστήσει το 12ο Σύνταγμα.
Η Μεραρχία φτάνοντας στη γραμμή του μετώπου, θα οργάνωνε τρία συγκρο­τήματα. Δεξιά το 8ο Σύνταγμα, μείον τάγμα και μοίρα Πυροβολικού, με κατεύθυνση ενέργειας παράλληλη προς την αμαξιτή Αργυροκάστρου και δυτικά αυτής, στα κράσπεδα της κύριας κορυφογραμμής. Κεντρικό συγκρότημα με το 11ο Σύνταγμα και μοίρα Πυροβολικού με κατεύθυνση την κύρια κατεύθυνση της Μεραρχίας προς το κέντρο (ύψ. Μακρύκαμπος – ύψ. Σοπότι – ύψ. Κεσιάγι). Αριστερά το 9ο Σύνταγμα, μείον το II/9 Τάγμα και πυροβολαρχία Σκόντα, με κατεύθυνση Πέζα – Ελευθεροχώρι – Ράχη Κανάτια. Εφεδρεία της Μεραρχίας θα παρέμενε το ΙΙ/9 Τάγμα στην περιοχή Λούγκαρι και το ΙΙΙ/8 Τάγμα στην περιοχή Γράπτσι με την IV Ομάδα Αναγνώρισης στην περιοχή Φράτσανι. Με την αντικατάσταση των τμημάτων τής ΙΙΙ Μεραρχίας, άρχισε από το πρωί της 8ης Δεκεμβρίου η προέλαση των συγκροτημάτων της IV Μεραρχίας για την κατάληψη των αντικειμενικών σκοπών που είχαν καθοριστεί. Η κίνηση των τμημάτων γινόταν με δυσκολία εξαιτίας των δυσμενών καιρικών συνθηκών και του ορεινού δύσβατου εδάφους που στερούνταν συγκοινωνιών. Κατά το απόγευμα καταλήφθηκαν χωρίς σοβαρή αντίσταση οι πρώτοι αντικειμενικοί σκοποί της Μεραρχίας. Το 11ο Σύνταγμα κατέλαβε το ύψωμα Σοπότι (ύψ. 1505).
Στο μεταξύ από τις 5 Δεκεμβρίου το Α΄ Σώμα Στρατού είχε οργανώσει στην περιοχή της Κακαβιάς ένα συγκρότημα με δύναμη το ΙΙ/42 Τάγμα Πεζικού, δύο πεδινές πυροβολαρχίες και μία πυροβολαρχία Αντιαρματικού Πυροβολικού και Διοικητή το Συνταγματάρχη Ιππικού Παπαθανασίου Ιωάννη, με αποστολή κυρίως την αντιαρματική κάλυψη των μεραρχιών που ενεργούσαν προς Αργυρόκαστρο.  Στις 7 Δεκεμβρίου το Συγκρότημα αυτό προωθήθηκε στη Δερβίτσανη, όπου γύρω στις 1100 της επομένης (8 Δεκεμβρίου) πληροφορήθηκε ότι ο εχθρός, μετά τη διάνοιξη της διάβασης της Κακαβιάς και την προέλαση των ελληνικών μεραρχιών μέσα στο αλβανικό έδαφος, είχε ήδη εκκενώσει το Αργυρόκαστρο από τη νύκτα 5/6 Δεκεμβρίου.  Ύστερα απ’ αυτό κινήθηκε με ταχύτητα, το κατέλαβε και εγκαταστάθηκε στα βόρεια και βορειοδυτικά υψώματα, γύρω στα 3,5 χιλιόμετρα κοντά στον ποταμό Σούχα. Οι Ιταλοί κατέλαβαν τη γέφυρα του Βελίτσα, 10 χιλιόμετρα βορειοδυτικά από το Αργυρόκαστρο. Η πόλη του Αργυροκάστρου βρέθηκε τελείως ανέπαφη, ενώ άφθονο υλικό έπεσε στα χέρια των Ελλήνων. Η είσοδος των ελληνικών στρατευμάτων προκάλεσε θύελλα ενθουσιασμού στους κατοίκους.  Η πόλη σημαιοστολίστηκε και έλαβε εορτάσιμη όψη, ενώ επακολούθησε δοξολογία στην οποία χοροστάτησε ο Μητροπολίτης Ιωαννίνων Σπυρίδων Βλάχος, μέλος της υπό το Χρηστάκη Ζωγράφο Προσωρινής Κυβέρνησης της Βόρειας Ηπείρου το έτος 1913.  Ο Αρχιστράτηγος με διαταγή του και ο Βασιλιάς με διάγγελμά του συγχάρηκαν τα τμήματα για τη μεγάλη επιτυχία τους.