Βλάσης Καραχρήστος |
Στις 20 Απριλίου 1914 η γραμμή του μετώπου που κατείχαν οι δυνάμεις της Αυτονόμου Πολιτείας της Ηπείρου άρχιζε νότια από τη συμβολή των ποταμών Βελίτσα και Δρίνου μέχρι τη γέφυρα πάνω από τον Βελίτσα και μέχρι τα υψώματα της Τσεπούνας και στο βορά μέχρι κοντά στο Μοσχοχώρι.
Ο Διοικητής του Συντάγματος Δελβίνου Ταγματάρχης Βλάσης Καραχρήστος είχε αντιληφθεί τον κίνδυνο που είχε δημιουργήσει η εγκατάληψη των υψωμάτων της Μονής Τσέπου για την συνέχιση της άμυνας του Αργυροκάστρου και βρισκόταν από τη νύχτα προσπαθώντας απεγνωσμένα να το ενισχύσει με όσες δυνάμεις διέθετε.
Η επίθεση που δεχόταν το μέτωπο αυτό από τους Αλβανούς ανάγκασε τον Αρχηγό του Στρατού της Αυτονόμου Βορείου Ηπείρου Δημήτρη Δούλη, να διατάξει την αποστολή ενισχύσεων. Στην πρώτη γραμμή έφτασαν το "Σώμα των Ερυθροχιτώνων" του Αλέξανδρου Ρώμα και ο Ανεξάρτητος Λόχος του Λαμπόβου υπό τον Λοχαγό Γεράσιμο Πνευματικάτο μαζί με απόσπασμα πολυβόλων του Ίλαρχου Χρύση.
Με την επίθεση που έκαναν οι Αλβανοί άρχισαν σκληρές συγκρούσεις προπάντων στην κατεύθυνση Μονή Τσέπου - Τσεπούνα – Μοσχοχώρι, όπου τα αλβανικά τμήματα κατάφεραν να προωθηθούν αρκετά.
Ο Ταγματάρχης Καραχρήστος γνώριζε ότι η κατοχή των υψωμάτων της Μονής Τσέπου που δέσποζαν απόλυτα στην περιοχή, καθιστούσε αδύνατη την παράταση της άμυνας στις θέσεις που κατείχαν οι Αυτονομιακές δυνάμεις. Ενδεχόμενη μάλιστα σύμπτυξη προς τα πίσω θα επέφερε διάσπαση και διάλυση, γεγονός που θα σήμαινε το τέλος του Αυτονομιακού Αγώνα. Έτσι αποφάσισε να ανακαταλάβει με νυχτερινή ενέργεια την τοποθεσία της Μονής Τσέπου και να αποθήσει τις αλβανικές δυνάμεις βόρεια του ποταμού Βελίτσα. Αφού συγκέντρωσε αμέσως περίπου 15 άντρες εισχώρησε μέσω μιας χαράδρας σε καίριο σημείο από το οποίο άρχισε να προσβάλλει με σφοδρά ομαδικά πυρά τους Αλβανούς, οι οποίοι αιφνιδιάστηκαν και κινδυνεύοντας να κυκλωθούν από τον 4ο Λόχο των Αυτονομιακών εξαναγκάσθηκαν σε άτακτη υποχώρηση.
Στις 8 το βράδυ άρχισε η συντονισμένη επίθεση των Αυτονομιακών Δυνάμεων με την προσθήκη 200 αντρών. Οι Αλβανοί προσπάθησαν να αντισταθούν και έβαλαν εναντίον των Βορειοηπειρωτών από διάφορες θέσεις, αλλα ήταν όμως αδύνατον να αναχαιτήσουν τις ορμητικές τους επιθέσεις. Μέσα σε τρία τέταρτα της ώρας οι Αυτονομιακοί ήταν στην Μονή Τσέπου και συνέχισαν την καταδίωξη των Αλβανών μέχρι τις όχθες του Βελίτσα και το χωριό Πλέτι, όπου και εγκατέστησαν τμήματα ασφαλείας.
Στη μάχη της Μονής Τσέπου τα Αυτονομιακά τμήματα συνέλαβαν αιχμάλωτο και έναν ένστολο Ιταλό λοχαγό, ενώ μεταξύ των πολλών νεκρών υπήρχαν και πτώματα Ιταλών και Βουλγάρων κομιτατζήδων.
Η επιτυχία αυτή ήταν σημαντική για τη συνέχιση του Αυτονομιακού Αγώνα και σήμανε το τέλος της αλβανικής επιθέσεως.
Ο Διοικητής του Συντάγματος Δελβίνου Βλάσης Καραχρήστος αποφάσισε να ενεργήσει στη συνέχεια για την ανακατάληψη του χωριού Χουμελίτσα, που επιτεύχθηκε στις 21 Απριλίου.
Την επομένη (22 Απριλίου) τμήματα του Συντάγματος με τον ουλαμό πυροβολικού και στοιχείο πολυβόλων, έκαναν επίθεση στην κατεύθυνση των χωριών Πλεσάτι – Γαρδίκι – Ζουλιάτι. Τα αλβανικά τμήματα χωροφυλακής που βρίσκονταν στο Γαρδίκι, υστερα από βολές υποχώρησαν πανικόβλητα προς τα χωριά Ζουλιάτι και Φούσα ε Μπαρδ, με τους Αυτονομιακούς να καταλαμβάνουν το Γαρδίκι και το Προγκί.
Παράλληλα οι δυνάμεις του ίλαρχου Χρυσή και το «Σώματος Ερυθροχιτώνων» μετά από αντεπίθεση ανέτρεψαν τους άτακτους Αλβανούς στο μέτωπο του Χορμόβου. Έτσι στις 23 Απριλίου ο Αυτονομιακός Στρατός ανακατέλαβε τα χωριά Χόρμοβο και Λέκλη.
Στις 24 Απριλίου ο Υπουργός Στρατιωτικών της Κυβέρνησης της Αυτονόμου Ηπείρου Δημήτρης Δούλης εγκαθιστά την έδρα του στην Μονή Τσέπου και δίνει εντολή στο Σύνταγμα Δελβίνου να απωθήσει τις αλβανικές δυνάμεις από την κοιλάδα του Βελίτσα προς το Κουρβελέσι ώστε να διευκολύνει την κατάληψη της διαβάσεως Σενίτσα από το σώμα Αιτωλοακαρνάνων του Ταγματάρχη Παντελή Καρασεβδά, το οποίο την ίδια μέρα κατέλαβε τη γραμμή βόρεια των υψωμάτων του χωριού Καλιάσι.
Μία μέρα αργότερα (25 Απριλίου) ύστερα από εντολή του Υπουργού Δούλη ο Διοικητής Καραχρήστος διατάζει επίθεση του 1ου Λόχου και του Σώματος Προσκόπων με κατευθύνσεις τα υψώματα στο χωριό Πλεσάτι και δυτικά του χωριού Κολώνια, του 2ου και 4ου Λόχου στο χωριό Κολώνια, του 5ου και του 6ου Λόχου στα χωριά Χουμελίτσα – Κορώνη – Μεϊντάρι. Μέχρι το μεσημέρι οι μάχες σε όλα τα μέτωπα τελείωσαν υπέρ των Αυτονομιακών.
Ύστερα από την θετική έκβαση για τους Βορειοηπειρώτες και στα μέτωπα της Χιμάρας και της Κορυτσάς, οι Αλβανοί είχαν ήδη ζητήσει ανακωχή από τις 22 Απριλίου.
Έτσι στις 25 Απριλίου 1914 η Διεθνής Επιτροπή Ελέγχου καταφτάνει στους Άγιους Σαράντα όπου και συναντά τον Πρόεδρο της Αυτονόμου Πολιτείας της Βορείου Ηπείρου Γεώργιο Χρ. Ζωγράφο και τον Υπουργό Εξωτερικών Αλέξανδρο Καραπάνο για την έναρξη διαπραγματεύσεων. Επειδή όμως στην πόλη δεν υπήρχε κατάλληλο κτίριο για τη διεξαγωγή των συζητήσεων, μετά από πρόταση του Ζωγράφου οι εκπρόσωποι των δύο πλευρών πήγαν στην Κέρκυρα, όπου άρχισαν οι διαπραγματεύσεις στο ξενοδοχείο «Ωραία Βενετία», οι οποίες και κατέληξαν στην υπογραφή του Πρωτοκόλλου της Κέρκυρας.
Η συμβολή του Διοικητή του Συντάγματος Δελβίνου του Στρατού της Αυτονόμου Ηπείρου, Ταγματάρχη Βλάση Καραχρήστου υπήρξε καθοριστική για την έκβαση του Βορειοηπειρωτικού Αγώνα το 1914.
Μες στου Πιτσαριού τη ράχη
Καραχρήστος κάνει μάχη,
πολεμάει με τους αγάδες,
με τους Τουρκαρβανιτάδες.
Μωρέ έρημο Πιτσάρι
με τα νάζια που μου κάνεις,
θα σε πάρω δεν σ' αφήνω
μα τον Άγιο Κωνσταντίνο.
Για την ιστορία να σημειώσουμε ότι ο Βλάσης Καραχρήστος, μετά τον Αυτονομιακό Αγώνα επανήλθε στις τάξεις του Ελληνικού Στρατού συνεχίζοντας να προσφέρει τις υπηρεσίες του στην πατρίδα.
Ο ηρωικός αυτός αξιωματικός έλαβε μέρος και στη Μικρασιατική Εκστρατεία με το βαθμό του Συνταγματάρχη, ως Διοικητής του 2/39 Συντάγματος Ευζώνων και έπεσε ηρωικά μαχόμενος δίπλα στους στρατιώτες του στη μάχη του Καράκογιουν, στις 7 Ιουλίου 1921.
ΑΘΑΝΑΤΟΣ!
από ΤΟ ΟΡΑΜΑ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου