Κατά την εκδήλωση με θέμα "Το Βορειοηπειρωτικό Ζήτημα 101 χρόνια μετά την υπογραφή του Πρωτοκόλλου της Κερκύρας", που πραγματοποιήθηκε στην Αθήνα στις 11 Μαΐου 2015, ο κ. Σταύρος Γκίνος απηύθυνε εκ μέρους του Εθνικού Συλλόγου "Βόρειος Ήπειρος 1914" την ακόλουθη τοποθέτηση:
Φίλες και φίλοι, αγαπητοί συμπατριώτες!
101 χρόνια πέρασαν από τον Βορειοηπειρωτικό αγώνα του 1914 και τα όσα έγραφε η προκήρυξη της κυβέρνησης της Αυτονόμου Ηπείρου, όσον αφορά τους λόγους που οδήγησαν τους Ηπειρώτες να ξεσηκωθούν κατά του αλβανικού κράτους, συνεχίζουν να υφίστανται και σήμερα: «Μας αποσπώσιν από τα αγκάλας της Μητρός μας Ελλάδος. Μας αρνούνται την ανεξαρτησίαν . Μας αρνούνται την αυτοδιοίκησιν εν τω Κράτει τω Αλβανικώ. Μας αρνούνται και αυτάς ακόμη τας εγγυήσεις αίτινες ηδύνατο να περιφρουρήσωσι λυσιτελώς την ζωήν, την θρησκείαν, την περιουσίαν, την ύπαρξιν μας την Εθνικήν».
Από τότε έως και σήμερα το αλβανικό κράτος παραβιάζει κάθε αρχή δικαίου και προστασίας των δικαιωμάτων του ανθρώπου και με διάφορες μεθόδους επιχειρεί την συρρίκνωση και εν τέλει την εξαφάνιση του Βορειοηπειρωτικού Ελληνισμού. Όλοι γνωρίζουμε τις διώξεις που υπέστη ο Ελληνισμός της Βορείου Ηπείρου τόσο επί βασιλείας Ζώγκου πριν τον Β’ Παγκόσμιο πόλεμο, όσο και επί κομουνιστικού καθεστώτος Χότζα. Μέχρι και σήμερα το αλβανικό κράτος συνεχίζει να αναγνωρίζει ως Εθνική Ελληνική Μειονότητα μόνο 99 χωριά στους νομούς Αγίων Σαράντα, Δελβίνου και Αργυροκάστρου, με τα ανάλογα δικαιώματα που ούτε και εκεί τα σέβεται. Περιοχές με αυτόχθονα Ελληνικό πληθυσμό όπως η Χιμάρα, η Άρτα της Αυλώνας, το Μουρσί και πολλά Ελληνικά χωριά σε Κορυτσά και Πρεμετή, συνεχίζουν να στερούνται κάθε δικαίωμα που θα έπρεπε να έχουν ως κομμάτια της Εθνικής Ελληνικής Μειονότητας.
Στις πόλεις μας όπως το Αργυρόκαστρο και τους Αγίους Σαράντα έχει γίνει πλήρης αλλοίωση του πληθυσμού, κάτι που εξελίσσεται και στη Χιμάρα. Ακόμα και μέσα στα χωριά που εντάσσονται στη λεγόμενη Μειονοτική Ζώνη, τα οποία υποτίθεται ότι προστατεύονται από τους αλβανικούς και διεθνείς νόμους, μέρα με τη μέρα εγκαθίστανται αλλοεθνείς και αλλόθρησκοι έποικοι, με τελευταίο χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτό της Πολύτσανης Πωγωνίου που εγγράφηκε στο δημοτολόγιο του χωριού, μια οικογένεια μουσουλμάνων από το Λαζαράτι κατά παράβαση της Σύμβασης Πλαίσιο του Συμβουλίου της Ευρώπης για τις Εθνικές Μειονότητες. Με διάφορα τεχνάσματα, όπως τα ψεύτικα έγγραφα από την εποχή της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας η της μοναρχίας Ζώγκου υφαρπάζεται η ιδιοκτησία των Βορειοηπειρωτών,όπως συμβαίνει σήμερα με τα χωριά Κώσταρι, Βραιλάτι και Συρρακάτι, που οι κάτοικοί τους είναι στα δικαστήρια με τους καταπατητές.
Παράλληλα η Ελληνική Πολιτιστική Κληρονομιά καταστρέφεται η γίνεται αντικείμενο σφετερισμού από τους αλβανούς αλλά και τους Ιταλούς, όπως αποδεικνύουν οι περιπτώσεις με τα αρχαία ευρήματα σε Βουθρωτό, Φοινίκη, Ανδριανούπολη και πριν λίγους μήνες με το Αρχαιολογικό Μουσείο στο Δυρράχιο και το Κάστρο του Πανόρμου στη Χιμάρα. Στα δημόσια σχολεία της Εθνικής Ελληνικής Μειονότητας μαζί με τον αλβανικό σωβινισμό και τη μισαλλοδοξία, όσο ένας μαθητής ανεβαίνει τις τάξεις διδάσκεται βαθμιαία περισσότερες ώρες μαθήματα στα αλβανικά και λιγότερες ώρες στα Ελληνικά, μέχρι που η μητρική του γλώσσα καταλήγει στην τελευταία τάξη να διδάσκεται ως ξένη μία με δύο ώρες την εβδομάδα. Το φαινόμενο αυτό οδηγεί πολλά Ελληνόπουλα σε ιδιωτικά σχολεία της Ορθόδοξης Αυτοκέφαλης Εκκλησίας της Αλβανίας που διδάσκουν λίγες παραπάνω ώρες στα Ελληνικά, μια πρακτική που θα οδηγήσει σιγά σιγά στο κλείσιμο των μειονοτικών σχολείων και θα σημαίνει σε επίσημο επίπεδο την κατάργηση της Ελληνικής Παιδείας και την αφαίρεση ενός κεκτημένου αιώνων για τον χώρο μας.
Στα δημόσια έγγραφα στη Βόρειο Ήπειρο, τόσο τα κρατικά όσο και της τοπικής αυτοδιοίκησης, η Ελληνική γλώσσα πρακτικά δεν υπάρχει και η τρομοκρατία που υφίστανται οι συμπατριώτες μας που μιλούν Δημόσια Ελληνικά είναι καθημερινό φαινόμενο. Κανείς μας δεν ξεχνά την δολοφονία του Αριστοτέλη Γκούμα στη Χιμάρα τον Αύγουστο του 2010, γεγονός που δείχνει περίτρανα ότι στην ιδιαίτερη Πατρίδα μας ουσιαστικά δεν έχει αλλάξει τίποτα ως προς την καταπίεση που δέχεται ο Ελληνισμός. Πρόσφατα η αλβανική κυβέρνηση εφάρμοσε τη νέα διοικητική διαίρεση με την οποία δημιουργήθηκαν αυθαίρετα Δήμοι όπου αμιγώς Ελληνικές επαρχίες συγχωνεύθηκαν με περιοχές όπου πλειοψηφεί το αλβανικό και μουσουλμανικό στοιχείο, με κορυφαία περίπτωση την προσάρτηση της επαρχίας Βρανίστι στο Δήμο Χιμάρας.
Όπως δήλωσε ο Γενικός Γραμματέας του Οργανισμού Υποαντιπροσωπευόμενων Λαών και Εθνών το 1994 στη Χάγη, « Εάν μια μειονότητα αγωνισθεί αποφασιστικά και δημιουργήσει ακόμα και ταραχές, τότε γίνεται γνωστή και μπορεί να αγωνίζεται για τα δίκαιά της με πιθανότητα επιτυχίας. Εάν όμως μείνει σε μια ειρηνική συμπεριφορά μόνο, τότε θα εξαφανιστεί, με τις μεθοδεύσεις καταπίεσης, εθνικής εκκαθάρισης με αμφίδρομες μεταφορές πληθυσμών και άλλες μεθόδους του κυρίαρχου κράτους». Τα λόγια αυτά επιβεβαιώνονται στο έπακρο με την κατάσταση που βιώνει ο Ελληνισμός της Βορείου Ηπείρου, ο οποίος, μπορούμε να πούμε ότι υφίσταται μια γενοκτονία ήπιας έντασης. Για να το σταματήσουμε πρέπει να κερδίσουμε πρώτα το αυτονόητο, να γίνουμε κύριοι του τόπου μας. Παίρνοντας παραδείγματα από εθνικές μειονότητες σε χώρες τις Ευρωπαϊκής Ένωσης μπορούμε και πρέπει να διεκδικήσουμε όσα δικαιούνται οι Σουηδοί στα νησιά Όλαντ της Φιλανδίας, οι Αυστριακοί στο νότιο Τιρόλο της Ιταλίας, οι Ούγγροι στη Βοϊβοντίνα της Σερβίας. Το πρωτόκολλο της Κέρκυρας που κερδήθηκε από τους προγόνους μας με αίμα δεν έχει εφαρμοστεί εδώ και 101 χρόνια.
Αντίθετα παρακολουθούμε σαν θεατές τις αλβανικές μειονότητες σε Μαυροβούνιο, Σερβία και Σκόπια να έχουν σημειώσει απίστευτες επιτυχίες την τελευταία εικοσαετία. Τα παραδείγματα των μειονοτήτων σε κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης που προαναφέραμε αποδεικνύουν ότι το αίτημα της Αυτονομίας για την Βόρειο Ήπειρο τουλάχιστον σε επίπεδο Παιδείας ,Ιδιοκτησίας, Ανάπτυξης και Αυτοδιοίκησης είναι απολύτως ρεαλιστικό. Οι αλβανοί αρνούνται να προχωρήσουν σε δίκαιη και διαφανή απογραφή πληθυσμού που θα περιλαμβάνει τα ερωτήματα της Εθνικότητας και του Θρησκεύματος, χωρίς περιορισμούς και απαγορεύσεις, συνεχίζοντας να αναγνωρίζουν ως Έλληνες στη χώρα μόνο 56000 περίπου άτομα.
Ακόμα και έτσι να ήταν ας δούμε τι καθεστώς απολαμβάνουν οι μόλις 27.000 κάτοικοι- μέλη της εθνικής σουηδικής μειονότητας στα νησιά Όλαντ της Φιλανδίας.
Τα νησιά Όλαντ επίσημα είναι ένα τμήμα της Φιλανδικής επικράτειας με ευρεία αυτονομία και ουσιαστικά αποτελεί μια ημιανεξάρτητη χώρα που έχει ως επίσημη γλώσσα τη σουηδική και μόνο. Το κοινοβούλιο των Όλαντ αριθμεί 30 μέλη που εκλέγονται με καθολική ψηφοφορία, ενώ την εκτελεστική εξουσία ασκεί το οκταμελές υπουργικό Συμβούλιο. Στα υπουργεία του νησιού είναι κατανεμημένες οι εξής αρμοδιότητες: Υγεία και ιατρική περίθαλψη, προστασία περιβάλλοντος, βιομηχανία, μεταφορές, τοπική αυτοδιοίκηση, χάραξη πολιτικής, ταχυδρομείο και επικοινωνίες, ραδιόφωνο και τηλεόραση. Η Φιλανδική κυβέρνηση ασκεί αρμοδιότητες σχετικά με τις διεθνείς σχέσεις, το μεγαλύτερο μέρος του δικαστικού συστήματος, τις φυλακές και τα τελωνεία.
Ένα τμήμα των κρατικών εσόδων των Όλαντ αποδίδεται στην κυβέρνηση του Ελσίνκι ως συμμετοχή των νησιών στις εκχωρημένες αρμοδιότητες. Από αυτά τα χρήματα ένα μεγάλο τμήμα επιστρέφει πάλι στα νησιά από τον φιλανδικό προϋπολογισμό (περίπου 200 εκατομμύρια ευρώ ετησίως). Αν κάποιος νόμος της Φιλανδικής Βουλής έχει επίπτωση στα νησιά Όλαντ δεν μπορεί να ισχύσει αν δεν εγκριθεί και από το κοινοβούλιο των νησιών.
Τα νησιά Όλαντ έχουν δική τους σημαία, θυρεό, εθνικό ύμνο, ταχυδρομείο, γραμματόσημα, πινακίδες αυτοκινήτων και κωδικό στο διαδίκτυο. Τα νησιά είναι επίσης αποστρατιωτικοποιημένα, έχουν χαραγμένα θαλάσσια σύνορα τόσο με την Φιλανδία όσο και με την Σουηδία. Συγκεκριμένοι νόμοι δεν επιτρέπουν την αγορά ακινήτων στα νησιά σε Φινλανδούς και σε άλλους ξένους, ώστε να μην μπορεί να γίνει δημογραφική αλλοίωση. Δεν επιτρέπεται η ύπαρξη φινλανδικών σχολείων.
Τα Όλαντ είναι μέλος του Συμβουλίου σκανδιναβικών χωρών και στη συνθήκη προσχώρησης της Φιλανδίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση μνημονεύονται ως «Τρίτη περιοχή» και σε χωριστό τμήμα της συνθήκης αναφέρονται οι ειδικές συνθήκες στα νησιά όπως η μη ελεύθερη αγορά ακινήτων από ξένους και η μη ύπαρξης δυνατότητας επιχειρήσεων των χωρών της Ευρωπαϊκής ένωσης να αναπτύξουν εμπορικές δραστηριότητες σε αυτά.
Ένα άλλο σύγχρονο παράδειγμα διοικητικής αυτονομίας εθνικής μειονότητας στην Ευρωπαϊκή Ένωση είναι αυτό της επαρχίας του Νοτίου Τιρόλου στην Ιταλία, όπου διαβιούν κυρίως Αυστριακοί. Το 1972 η Αυστρία και η Ιταλία υπέγραψαν συμφωνία, σύμφωνα με την οποία το Άλτο Αντίτζε για τους Ιταλούς η Νότιο Τιρόλο για τους Αυστριακούς, έχει δική του τοπική κυβέρνηση, απολαμβάνει ειδικά νομοθετικά δικαιώματα, καλύπτει ανώτερες διοικητικές θέσεις δίχως την ανάμειξη της Ρώμης και μολονότι είναι ιταλική επαρχία έχει την Αυστρία ως εγγυήτρια δύναμη. Η έδρα της Κυβέρνησης και της Βουλής είναι στο Μπολζάνο η Μπόζεν και ο πληθυσμός της αυτόνομης Επαρχίας ανέρχεται στο μισό εκατομμύριο.
Η τοπική Βουλή του Νοτίου Τιρόλου αποτελείται από 35 βουλευτές, οι οποίοι αναδεικνύονται μετά από εκλογές που πραγματοποιούνται κάθε 5 χρόνια. Οι βουλευτές εκλέγουν τον πρωθυπουργό ο οποίος ηγείται υπουργικού συμβουλίου με 8 μέλη. Για τις επόμενες εκλογές υπάρχει το ενδεχόμενο ο πρωθυπουργός να εκλέγεται απευθείας από το λαό. Στην κυβέρνηση του αυτονόμου Νοτίου Τιρόλου συμμετέχουν ο αναπληρωτής πρωθυπουργός και οι υπουργοί οικονομίας, εσωτερικών, υγείας, περιβάλλοντος ,ανάπτυξης και παιδείας. Να σημειωθεί ότι το Υπουργείο Παιδείας έχει τρεις Γραμματείες όσες δηλαδή και οι διαφορετικές γλωσσικές ομάδες: γερμανο-αυστριακή, ιταλική και Λαντίνο. Το 90% των εσόδων από τη φορολογία μένει στην περιοχή, ενώ μόνο το 10% επιστρέφει στα κρατικά ταμεία στη Ρώμη, ενώ το ποσοστό ανεργίας είναι μόλις 2% σε σχέση με το 10% του μέσου όρου στην Ιταλία. Στη δικαιοδοσία της ιταλικής κυβέρνησης είναι η εξωτερική πολιτική και η εθνική άμυνα. Σε όλα τα άλλα θέματα υπάρχει πλήρης ανεξαρτησία.
Να αναφέρουμε τέλος το παράδειγμα της Βοϊβοντίνας στη Σερβία, μιας χώρας που διεκδικεί την ένταξή της στην Ευρωπαϊκή Ένωση όπως και η Αλβανία. Η πλούσια επαρχία του σερβικού βορρά, ανέκτησε ξανά –από τις 14 Δεκεμβρίου 2009-την αυτονομία της που την είχε άρει πριν από τρεις δεκαετίες η κυβέρνηση Μιλόσεβιτς. Στη Βοϊβοντίνα εκτός από τη σερβική, επίσημες σε όλα τα επίπεδα του δημοσίου βίου είναι και οι γλώσσες των μειονοτήτων :Ουγγρική, Σλοβακική, Κροατική και Ρομά. Καθοριστικός σε αυτή την εξέλιξη ήταν ο ρόλος των Ούγγρων κατοίκων της περιοχής οι οποίοι αν και αποτελούν μόνο το 11% του πληθυσμού στη Βοϊβοντίνα, με την στήριξη της μητέρας πατρίδας Ουγγαρίας, δεν εγκατέλειψαν τα εθνικά τους οράματα.
Και φυσικά ζήτησαν αυτονομία ως προϋπόθεση για την μελλοντική ένταξη της Σερβίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Οι παραλληλισμοί λοιπόν, με τις διεκδικήσεις που πρέπει να έχει ο Ελληνισμός της Βορείου Ηπείρου, είναι αναπόφευκτοι και δίκαιοι. Χρειάζεται όμως ενότητα αποφασιστικότητα και Εθνικό όραμα…
Εμείς, ως Εθνικός Σύλλογος Βόρειος Ήπειρος 1914, θα θέτουμε το ζήτημα αυτό με κάθε θεμιτό και νόμιμο τρόπο τόσο προς τη Μητέρα Ελλάδα όσο και προς τους Διεθνείς Οργανισμούς. Και σε αυτήν την προσπάθεια χρειαζόμαστε την στήριξη όλων σας….!
Σας ευχαριστώ πολύ !
Φίλες και φίλοι, αγαπητοί συμπατριώτες!
101 χρόνια πέρασαν από τον Βορειοηπειρωτικό αγώνα του 1914 και τα όσα έγραφε η προκήρυξη της κυβέρνησης της Αυτονόμου Ηπείρου, όσον αφορά τους λόγους που οδήγησαν τους Ηπειρώτες να ξεσηκωθούν κατά του αλβανικού κράτους, συνεχίζουν να υφίστανται και σήμερα: «Μας αποσπώσιν από τα αγκάλας της Μητρός μας Ελλάδος. Μας αρνούνται την ανεξαρτησίαν . Μας αρνούνται την αυτοδιοίκησιν εν τω Κράτει τω Αλβανικώ. Μας αρνούνται και αυτάς ακόμη τας εγγυήσεις αίτινες ηδύνατο να περιφρουρήσωσι λυσιτελώς την ζωήν, την θρησκείαν, την περιουσίαν, την ύπαρξιν μας την Εθνικήν».
Από τότε έως και σήμερα το αλβανικό κράτος παραβιάζει κάθε αρχή δικαίου και προστασίας των δικαιωμάτων του ανθρώπου και με διάφορες μεθόδους επιχειρεί την συρρίκνωση και εν τέλει την εξαφάνιση του Βορειοηπειρωτικού Ελληνισμού. Όλοι γνωρίζουμε τις διώξεις που υπέστη ο Ελληνισμός της Βορείου Ηπείρου τόσο επί βασιλείας Ζώγκου πριν τον Β’ Παγκόσμιο πόλεμο, όσο και επί κομουνιστικού καθεστώτος Χότζα. Μέχρι και σήμερα το αλβανικό κράτος συνεχίζει να αναγνωρίζει ως Εθνική Ελληνική Μειονότητα μόνο 99 χωριά στους νομούς Αγίων Σαράντα, Δελβίνου και Αργυροκάστρου, με τα ανάλογα δικαιώματα που ούτε και εκεί τα σέβεται. Περιοχές με αυτόχθονα Ελληνικό πληθυσμό όπως η Χιμάρα, η Άρτα της Αυλώνας, το Μουρσί και πολλά Ελληνικά χωριά σε Κορυτσά και Πρεμετή, συνεχίζουν να στερούνται κάθε δικαίωμα που θα έπρεπε να έχουν ως κομμάτια της Εθνικής Ελληνικής Μειονότητας.
Στις πόλεις μας όπως το Αργυρόκαστρο και τους Αγίους Σαράντα έχει γίνει πλήρης αλλοίωση του πληθυσμού, κάτι που εξελίσσεται και στη Χιμάρα. Ακόμα και μέσα στα χωριά που εντάσσονται στη λεγόμενη Μειονοτική Ζώνη, τα οποία υποτίθεται ότι προστατεύονται από τους αλβανικούς και διεθνείς νόμους, μέρα με τη μέρα εγκαθίστανται αλλοεθνείς και αλλόθρησκοι έποικοι, με τελευταίο χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτό της Πολύτσανης Πωγωνίου που εγγράφηκε στο δημοτολόγιο του χωριού, μια οικογένεια μουσουλμάνων από το Λαζαράτι κατά παράβαση της Σύμβασης Πλαίσιο του Συμβουλίου της Ευρώπης για τις Εθνικές Μειονότητες. Με διάφορα τεχνάσματα, όπως τα ψεύτικα έγγραφα από την εποχή της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας η της μοναρχίας Ζώγκου υφαρπάζεται η ιδιοκτησία των Βορειοηπειρωτών,όπως συμβαίνει σήμερα με τα χωριά Κώσταρι, Βραιλάτι και Συρρακάτι, που οι κάτοικοί τους είναι στα δικαστήρια με τους καταπατητές.
Παράλληλα η Ελληνική Πολιτιστική Κληρονομιά καταστρέφεται η γίνεται αντικείμενο σφετερισμού από τους αλβανούς αλλά και τους Ιταλούς, όπως αποδεικνύουν οι περιπτώσεις με τα αρχαία ευρήματα σε Βουθρωτό, Φοινίκη, Ανδριανούπολη και πριν λίγους μήνες με το Αρχαιολογικό Μουσείο στο Δυρράχιο και το Κάστρο του Πανόρμου στη Χιμάρα. Στα δημόσια σχολεία της Εθνικής Ελληνικής Μειονότητας μαζί με τον αλβανικό σωβινισμό και τη μισαλλοδοξία, όσο ένας μαθητής ανεβαίνει τις τάξεις διδάσκεται βαθμιαία περισσότερες ώρες μαθήματα στα αλβανικά και λιγότερες ώρες στα Ελληνικά, μέχρι που η μητρική του γλώσσα καταλήγει στην τελευταία τάξη να διδάσκεται ως ξένη μία με δύο ώρες την εβδομάδα. Το φαινόμενο αυτό οδηγεί πολλά Ελληνόπουλα σε ιδιωτικά σχολεία της Ορθόδοξης Αυτοκέφαλης Εκκλησίας της Αλβανίας που διδάσκουν λίγες παραπάνω ώρες στα Ελληνικά, μια πρακτική που θα οδηγήσει σιγά σιγά στο κλείσιμο των μειονοτικών σχολείων και θα σημαίνει σε επίσημο επίπεδο την κατάργηση της Ελληνικής Παιδείας και την αφαίρεση ενός κεκτημένου αιώνων για τον χώρο μας.
Στα δημόσια έγγραφα στη Βόρειο Ήπειρο, τόσο τα κρατικά όσο και της τοπικής αυτοδιοίκησης, η Ελληνική γλώσσα πρακτικά δεν υπάρχει και η τρομοκρατία που υφίστανται οι συμπατριώτες μας που μιλούν Δημόσια Ελληνικά είναι καθημερινό φαινόμενο. Κανείς μας δεν ξεχνά την δολοφονία του Αριστοτέλη Γκούμα στη Χιμάρα τον Αύγουστο του 2010, γεγονός που δείχνει περίτρανα ότι στην ιδιαίτερη Πατρίδα μας ουσιαστικά δεν έχει αλλάξει τίποτα ως προς την καταπίεση που δέχεται ο Ελληνισμός. Πρόσφατα η αλβανική κυβέρνηση εφάρμοσε τη νέα διοικητική διαίρεση με την οποία δημιουργήθηκαν αυθαίρετα Δήμοι όπου αμιγώς Ελληνικές επαρχίες συγχωνεύθηκαν με περιοχές όπου πλειοψηφεί το αλβανικό και μουσουλμανικό στοιχείο, με κορυφαία περίπτωση την προσάρτηση της επαρχίας Βρανίστι στο Δήμο Χιμάρας.
Όπως δήλωσε ο Γενικός Γραμματέας του Οργανισμού Υποαντιπροσωπευόμενων Λαών και Εθνών το 1994 στη Χάγη, « Εάν μια μειονότητα αγωνισθεί αποφασιστικά και δημιουργήσει ακόμα και ταραχές, τότε γίνεται γνωστή και μπορεί να αγωνίζεται για τα δίκαιά της με πιθανότητα επιτυχίας. Εάν όμως μείνει σε μια ειρηνική συμπεριφορά μόνο, τότε θα εξαφανιστεί, με τις μεθοδεύσεις καταπίεσης, εθνικής εκκαθάρισης με αμφίδρομες μεταφορές πληθυσμών και άλλες μεθόδους του κυρίαρχου κράτους». Τα λόγια αυτά επιβεβαιώνονται στο έπακρο με την κατάσταση που βιώνει ο Ελληνισμός της Βορείου Ηπείρου, ο οποίος, μπορούμε να πούμε ότι υφίσταται μια γενοκτονία ήπιας έντασης. Για να το σταματήσουμε πρέπει να κερδίσουμε πρώτα το αυτονόητο, να γίνουμε κύριοι του τόπου μας. Παίρνοντας παραδείγματα από εθνικές μειονότητες σε χώρες τις Ευρωπαϊκής Ένωσης μπορούμε και πρέπει να διεκδικήσουμε όσα δικαιούνται οι Σουηδοί στα νησιά Όλαντ της Φιλανδίας, οι Αυστριακοί στο νότιο Τιρόλο της Ιταλίας, οι Ούγγροι στη Βοϊβοντίνα της Σερβίας. Το πρωτόκολλο της Κέρκυρας που κερδήθηκε από τους προγόνους μας με αίμα δεν έχει εφαρμοστεί εδώ και 101 χρόνια.
Αντίθετα παρακολουθούμε σαν θεατές τις αλβανικές μειονότητες σε Μαυροβούνιο, Σερβία και Σκόπια να έχουν σημειώσει απίστευτες επιτυχίες την τελευταία εικοσαετία. Τα παραδείγματα των μειονοτήτων σε κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης που προαναφέραμε αποδεικνύουν ότι το αίτημα της Αυτονομίας για την Βόρειο Ήπειρο τουλάχιστον σε επίπεδο Παιδείας ,Ιδιοκτησίας, Ανάπτυξης και Αυτοδιοίκησης είναι απολύτως ρεαλιστικό. Οι αλβανοί αρνούνται να προχωρήσουν σε δίκαιη και διαφανή απογραφή πληθυσμού που θα περιλαμβάνει τα ερωτήματα της Εθνικότητας και του Θρησκεύματος, χωρίς περιορισμούς και απαγορεύσεις, συνεχίζοντας να αναγνωρίζουν ως Έλληνες στη χώρα μόνο 56000 περίπου άτομα.
Ακόμα και έτσι να ήταν ας δούμε τι καθεστώς απολαμβάνουν οι μόλις 27.000 κάτοικοι- μέλη της εθνικής σουηδικής μειονότητας στα νησιά Όλαντ της Φιλανδίας.
Τα νησιά Όλαντ επίσημα είναι ένα τμήμα της Φιλανδικής επικράτειας με ευρεία αυτονομία και ουσιαστικά αποτελεί μια ημιανεξάρτητη χώρα που έχει ως επίσημη γλώσσα τη σουηδική και μόνο. Το κοινοβούλιο των Όλαντ αριθμεί 30 μέλη που εκλέγονται με καθολική ψηφοφορία, ενώ την εκτελεστική εξουσία ασκεί το οκταμελές υπουργικό Συμβούλιο. Στα υπουργεία του νησιού είναι κατανεμημένες οι εξής αρμοδιότητες: Υγεία και ιατρική περίθαλψη, προστασία περιβάλλοντος, βιομηχανία, μεταφορές, τοπική αυτοδιοίκηση, χάραξη πολιτικής, ταχυδρομείο και επικοινωνίες, ραδιόφωνο και τηλεόραση. Η Φιλανδική κυβέρνηση ασκεί αρμοδιότητες σχετικά με τις διεθνείς σχέσεις, το μεγαλύτερο μέρος του δικαστικού συστήματος, τις φυλακές και τα τελωνεία.
Ένα τμήμα των κρατικών εσόδων των Όλαντ αποδίδεται στην κυβέρνηση του Ελσίνκι ως συμμετοχή των νησιών στις εκχωρημένες αρμοδιότητες. Από αυτά τα χρήματα ένα μεγάλο τμήμα επιστρέφει πάλι στα νησιά από τον φιλανδικό προϋπολογισμό (περίπου 200 εκατομμύρια ευρώ ετησίως). Αν κάποιος νόμος της Φιλανδικής Βουλής έχει επίπτωση στα νησιά Όλαντ δεν μπορεί να ισχύσει αν δεν εγκριθεί και από το κοινοβούλιο των νησιών.
Τα νησιά Όλαντ έχουν δική τους σημαία, θυρεό, εθνικό ύμνο, ταχυδρομείο, γραμματόσημα, πινακίδες αυτοκινήτων και κωδικό στο διαδίκτυο. Τα νησιά είναι επίσης αποστρατιωτικοποιημένα, έχουν χαραγμένα θαλάσσια σύνορα τόσο με την Φιλανδία όσο και με την Σουηδία. Συγκεκριμένοι νόμοι δεν επιτρέπουν την αγορά ακινήτων στα νησιά σε Φινλανδούς και σε άλλους ξένους, ώστε να μην μπορεί να γίνει δημογραφική αλλοίωση. Δεν επιτρέπεται η ύπαρξη φινλανδικών σχολείων.
Τα Όλαντ είναι μέλος του Συμβουλίου σκανδιναβικών χωρών και στη συνθήκη προσχώρησης της Φιλανδίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση μνημονεύονται ως «Τρίτη περιοχή» και σε χωριστό τμήμα της συνθήκης αναφέρονται οι ειδικές συνθήκες στα νησιά όπως η μη ελεύθερη αγορά ακινήτων από ξένους και η μη ύπαρξης δυνατότητας επιχειρήσεων των χωρών της Ευρωπαϊκής ένωσης να αναπτύξουν εμπορικές δραστηριότητες σε αυτά.
Ένα άλλο σύγχρονο παράδειγμα διοικητικής αυτονομίας εθνικής μειονότητας στην Ευρωπαϊκή Ένωση είναι αυτό της επαρχίας του Νοτίου Τιρόλου στην Ιταλία, όπου διαβιούν κυρίως Αυστριακοί. Το 1972 η Αυστρία και η Ιταλία υπέγραψαν συμφωνία, σύμφωνα με την οποία το Άλτο Αντίτζε για τους Ιταλούς η Νότιο Τιρόλο για τους Αυστριακούς, έχει δική του τοπική κυβέρνηση, απολαμβάνει ειδικά νομοθετικά δικαιώματα, καλύπτει ανώτερες διοικητικές θέσεις δίχως την ανάμειξη της Ρώμης και μολονότι είναι ιταλική επαρχία έχει την Αυστρία ως εγγυήτρια δύναμη. Η έδρα της Κυβέρνησης και της Βουλής είναι στο Μπολζάνο η Μπόζεν και ο πληθυσμός της αυτόνομης Επαρχίας ανέρχεται στο μισό εκατομμύριο.
Η τοπική Βουλή του Νοτίου Τιρόλου αποτελείται από 35 βουλευτές, οι οποίοι αναδεικνύονται μετά από εκλογές που πραγματοποιούνται κάθε 5 χρόνια. Οι βουλευτές εκλέγουν τον πρωθυπουργό ο οποίος ηγείται υπουργικού συμβουλίου με 8 μέλη. Για τις επόμενες εκλογές υπάρχει το ενδεχόμενο ο πρωθυπουργός να εκλέγεται απευθείας από το λαό. Στην κυβέρνηση του αυτονόμου Νοτίου Τιρόλου συμμετέχουν ο αναπληρωτής πρωθυπουργός και οι υπουργοί οικονομίας, εσωτερικών, υγείας, περιβάλλοντος ,ανάπτυξης και παιδείας. Να σημειωθεί ότι το Υπουργείο Παιδείας έχει τρεις Γραμματείες όσες δηλαδή και οι διαφορετικές γλωσσικές ομάδες: γερμανο-αυστριακή, ιταλική και Λαντίνο. Το 90% των εσόδων από τη φορολογία μένει στην περιοχή, ενώ μόνο το 10% επιστρέφει στα κρατικά ταμεία στη Ρώμη, ενώ το ποσοστό ανεργίας είναι μόλις 2% σε σχέση με το 10% του μέσου όρου στην Ιταλία. Στη δικαιοδοσία της ιταλικής κυβέρνησης είναι η εξωτερική πολιτική και η εθνική άμυνα. Σε όλα τα άλλα θέματα υπάρχει πλήρης ανεξαρτησία.
Να αναφέρουμε τέλος το παράδειγμα της Βοϊβοντίνας στη Σερβία, μιας χώρας που διεκδικεί την ένταξή της στην Ευρωπαϊκή Ένωση όπως και η Αλβανία. Η πλούσια επαρχία του σερβικού βορρά, ανέκτησε ξανά –από τις 14 Δεκεμβρίου 2009-την αυτονομία της που την είχε άρει πριν από τρεις δεκαετίες η κυβέρνηση Μιλόσεβιτς. Στη Βοϊβοντίνα εκτός από τη σερβική, επίσημες σε όλα τα επίπεδα του δημοσίου βίου είναι και οι γλώσσες των μειονοτήτων :Ουγγρική, Σλοβακική, Κροατική και Ρομά. Καθοριστικός σε αυτή την εξέλιξη ήταν ο ρόλος των Ούγγρων κατοίκων της περιοχής οι οποίοι αν και αποτελούν μόνο το 11% του πληθυσμού στη Βοϊβοντίνα, με την στήριξη της μητέρας πατρίδας Ουγγαρίας, δεν εγκατέλειψαν τα εθνικά τους οράματα.
Και φυσικά ζήτησαν αυτονομία ως προϋπόθεση για την μελλοντική ένταξη της Σερβίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Οι παραλληλισμοί λοιπόν, με τις διεκδικήσεις που πρέπει να έχει ο Ελληνισμός της Βορείου Ηπείρου, είναι αναπόφευκτοι και δίκαιοι. Χρειάζεται όμως ενότητα αποφασιστικότητα και Εθνικό όραμα…
Εμείς, ως Εθνικός Σύλλογος Βόρειος Ήπειρος 1914, θα θέτουμε το ζήτημα αυτό με κάθε θεμιτό και νόμιμο τρόπο τόσο προς τη Μητέρα Ελλάδα όσο και προς τους Διεθνείς Οργανισμούς. Και σε αυτήν την προσπάθεια χρειαζόμαστε την στήριξη όλων σας….!
Σας ευχαριστώ πολύ !
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου